Την ώρα που οι ευρωπαϊκές πρωτεύουσες προσπαθούν να συνέλθουν από σοκ της νίκης του Τραμπ στις αμερικανικές εκλογές, σε ανάλυση του το Reuters προσπαθεί να περιγράψει τι επιπτώσεις θα έχει η εκλογή του στην αμερικανική εξωτερική πολιτική. Και σκοντάφτει στην απρόβλεπτη ιδιοσυγκρασία του νέου Προέδρου.
Ο εκλεγμένος Πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ μπορεί να προσπαθήσει να βελτιώσει τους δεσμούς με τη Ρωσία, να διακόψει τις εμπορικές συμφωνίες με το Μεξικό και τις χώρες του Ειρηνικού και να εγκαταλείψει τους συμμάχους των ΗΠΑ σε Ευρώπη και Ασία, αν δεν αποφασίσουν να ξοδέψουν περισσότερα για την άμυνα τους – ή μπορεί και όχι, υποστηρίζει στην ανάλυση του το πρακτορείο.
Οι ξένες κυβερνήσεις είναι, αυτή τη στιγμή, αβέβαιες σχετικά με το κατά πόσο ολόκληρη η ρητορική του Τραμπ θα μεταφραστεί σε πολιτικές ακριβώς επειδή ο ίδιος έχει προβεί συχνά σε αντιφατικές δηλώσεις και έχει αποκαλύψει μόλις λίγες λεπτομέρειες για το πώς σκέφτεται να ασχοληθεί με τον κόσμο ή και για το ποιους θα τοποθετήσει σε θέσεις-κλειδιά.
Ο Γάλλος υπουργός Εξωτερικών Ζαν Μαρκ Ερό ενώ δεσμεύτηκε να συνεργαστεί με τον Τραμπ, σχολίασε ότι η προσωπικότητά του “αφήνει ερωτηματικά” και παραδέχτηκε ότι δεν είναι βέβαιος τι θα σήμαινε η προεδρία Τραμπ για τις βασικές προκλήσεις της εξωτερικής πολιτικής, από την κλιματική αλλαγή και την πυρηνική συμφωνία της Δύσης με το Ιράν ως τον πόλεμο στη Συρία.
Ο Τραμπ, σημειώνεται από το Reuters, ο οποίος δεν έχει καθόλου εμπειρία σε διεθνή ή στρατιωτικά ζητήματα, θα βρεθεί αντιμέτωπος με ένα έλλειμμα πολιτικής συναίνεσης σε εθνικό ή ακόμα και σε Ρεπουμπλικανικό επίπεδο γύρω από την διαχείριση ζητημάτων όπως η Συρία, το Ισλαμικό Κράτος, η άνοδος της Κίνας και μία νέα δυναμική Ρωσία.
“Πρόκειται για terra incognita”, δηλώνει ο Άαρον Ντέιβιντ Μίλερ , διαπραγματευτής για την Μέση Ανατολή, ο οποίος έχει υπηρετήσει στο πλευρό Δημοκρατικών και Ρεπουμπλικανών προέδρων και είναι τώρα στο Woodrow Wilson Center for Scholars, στην Ουάσιγκτον.
“Η μεγαλύτερη απειλή της προεδρίας Τραμπ είναι το απρόβλεπτο και η απόλυτη έλλειψη σταθερότητας που θα νιώσουν οι σύμμαχοι και οι αντίπαλοι μας, αλλά εκείνος προσπαθεί να το παρουσιάσει ως αρετή, λέγοντας ότι επιδιώκει να είναι απρόβλεπτος”
Ανάμεσα στα ονόματα που ακούγονται για τις κορυφαίες θέσεις σε μια κυβέρνηση Τραμπ, είναι ο Νιουτ Γκίνγκριτς, πρώην πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων και ο Τζον Μπόλτον, που έχει διατελέσει πρέσβης των ΗΠΑ στα Ηνωμένα Εθνη, για την αναληψη του Στέητ Ντιπάρτμεντ, και ο Στρατηγός Μαικλ Φλιν, πρώην επικεφαλής της Μυστικής Υπηρεσίας Εθνικής Άμυνας ως σύμβουλος για θέματα εθνικής ασφάλειας. Σύμφωνα με το άρθρο, Ρεπουμπλικανός εμπειρογνώμονας της εξωτερικής πολιτικής, που έχει κατά καιρούς συμβουλεύσει τον Τραμπ, προειδοποίησε ότι είναι πιο πιθανό ο νέος Πρόεδρος να παίρνει μόνος του αποφάσεις, παρορμητικά, από το να ακολουθεί τις προτάσεις των συμβούλων του. Πολλοί κορυφαίοι Ρεπουμπλικάνοι έχουν δημοσίως αποκηρύξει τον νέο Πρόεδρο και μια σειρά από επαγγελματίες διπλωμάτες και αξιωματούχοι του στρατού και των μυστικών υπηρεσιών έχουν δηλώσει ιδιωτικά ότι θα αποσυρθούν, εάν κερδίσει τις εκλογές.
“Αν κάνει όσα λέει ότι θα κάνει, μπορούμε να ξεχάσουμε τον ηγετικό ρόλο μας στον κόσμο”, δήλωσε στο Reuters ο πρώην υποδιευθυντής της CIA, Τζον Μακλάφλιν. “Ας ελπίσουμε ότι δεν τα εννοεί ή ότι κάποιος θα τον μεταπείσει”. Το πεδίο είναι ευρύ.
Ο Τραμπ έχει υπαινιχθεί ότι θα αποδεχόταν την ανάπτυξη πυρηνικών όπλων από την Ιαπωνία και τη Νότια Κορέα, θα διέκοπτε την πυρηνική συμφωνία με το Ιράν, θα διαπραγματευόταν με τη Βόρεια Κορέα για το δικό της πρόγραμμα πυρηνικών όπλων και ότι θα “αγκάλιαζε” τον Ρώσο Πρόεδρο Βλαντιμίρ Πούτιν.
Φιλικές σχέσεις με τη Ρωσία;
Ο Τραμπ έχει υιοθετήσει μια ‘ανοιχτόμυαλη’ στάση απέναντι στον Πούτιν, τον οποίο πολλοί νυν και πρώην αξιωματούχοι χαρακτηρίζουν ως εναν αυταρχικό ηγέτη αποφασισμένο να καταστείλει τις όποιες διαφωνίες στο εσωτερικό, την ώρα που εκφοβίζει τους γείτονες της Ρωσίας και προβάλει την ισχύ της χωρας του στο εξωτερικό.
Η Ρωσία έχει προσαρτήσει την Κριμαία από την Ουκρανία, υποστηρίζει τον Πρόεδρο της Συρίας Μπασάρ αλ-Άσαντ και, σύμφωνα με αξιωματούχους των αμερικανικών μυστικών υπηρεσιών, έχει χακάρει λογαριασμούς emails που ανήκουν σε εξέχοντες ηγέτες του Δημοκρατικού Κόμματος και οργανισμούς.
[irp posts=”78840″ name=”Η δικαίωση του Μάικλ Μουρ – Γιατί πίστευε στην εκλογή Τραμπ”]
“Ελπίζω να έχουμε μια καλή σχέση με τη Ρωσία και ελπίζω να έχουμε μια καλή σχέση με τον Πούτιν,” δήλωσε ο ίδιος ο Τραμπ, σε συνέντευξη στο Reuters, τον περασμένο μήνα. “Αν είχαμε μια καλή σχέση με τη Ρωσία, αυτό θα ήταν θαυμάσιο”. Ο Τζέιμς Ντόμπινς, πρώην Αμερικανός διπλωμάτης που σήμερα συνεργάζεται στο Rand Corp. (αμερικανικό think tank), λέει ότι δεν θα πρέπει να εκπλαγούμε αν δούμε μια προσπάθεια “επαναφοράς” στις σχέσεις της Ρωσίας με τις ΗΠΑ.
Από την άλλη, ο Τραμπ έχει υιοθετήσει πιο επιθετικό τόνο απέναντι την Κίνα, απειλώντας να βάλει δασμούς στα κινεζικά προϊόντα για να δείξει στο Πεκίνο ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες “δεν παίζουν παιχνίδια πια”, όσον αφορά στις ισορροπίες στον τομέα του εμπορίου. Ο Υπουργός Εξωτερικών της Κίνας, πάντως, ανακοίνωσε ότι θα συνεργαστεί με τον Τραμπ για να εξασφαλιστεί η σταθερή ανάπτυξη των διμερών σχέσεων.
Όμως ο νέος πρόεδρος έχει αφήσει να εννοηθεί ότι θα μπορούσε και να καταργήσει την Βορειοαμερικανική Συμφωνία Ελεύθερων Συναλλαγών, που τέθηκε σε ισχύ ανάμεσα στο Μεξικό, τις Ηνωμένες Πολιτείες και τον Καναδά, το 1994, και έχει απειλήσει να επιβάλει δασμούς έως και 35% στα προϊόντα που φτιάχνονται στο Μεξικό για να βοηθήσει τη βιομηχανία των ΗΠΑ. Έχει ακόμα επιτεθεί στην εμπορική συμφωνία Trans-Pacific Partnership μεταξύ ΗΠΑ, Ιαπωνίας και ακόμα 10 χωρών, αποκαλώντας την “θανάσιμο χτύπημα” για την αμερικανική βιομηχανία.
Αντιμέτωποι με περισσότερες συγκούσεις
Ο Τραμπ έχει επίσης αφήσει να αιωρείται η ιδέα της εγκατάλειψης της εγγύησης της αμοιβαίας άμυνας εντός του ΝΑΤΟ, υποδηλώνοντας ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες θα βοηθούσαν στην υπεράσπιση των μελών του ΝΑΤΟ, όπως οι χώρες της Βαλτικής, μόνο αν αυτές είχαν “εκπληρώσει τις υποχρεώσεις τους απέναντι μας”.
Ερωτηθείς, τον Μάρτιο, εάν θα είχε αντίρρηση εάν η Ιαπωνία ή η Νότια Κορέα ανέπτυσσαν τα δικά τους πυρηνικά όπλα, ο Τραμπ είπε, στους New York Times, ότι θα μπορούσε να έρθει η στιγμή που οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν θα μπορούσαν να τις προστατεύσουν, όπως έχει γίνει στο παρελθόν και ίσως θα πρέπει να αναπτύξουν τα δικά τους οπλοστάσια.
Και οι δύο αυτές θέσεις παραβιάζουν θεμελιώδεις αρχές της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ, που ισχύουν εδώ και δεκαετίες: ότι μια επίθεση σε ένα μέλος του ΝΑΤΟ θεωρείται ως επίθεση εναντίον όλων και ότι η διάδοση των πυρηνικών όπλων θα πρέπει να αποφευχθεί με κάθε κόστος.
Ο Τζον ‘Αλτερμαν, ο επικεφαλής του προγράμματος Μέσης Ανατολής στο think tank Center for Strategic and International Studies στην Ουάσιγκτον, θεωρεί ότι η τάση αυτή του Τραμπ να φέρνει τις άλλες χώρες αντιμέτωπες με αβεβαιότητα, από μόνη της θα μπορούσε να αποτελέσει παράγοντα αστάθειας. Ενώ ο Ρόμπερτ Ζέλικ, που έχει υπηρετήσει στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ και τον συνυπέγραψε επιστολή σύμφωνα με την οποία ο Τραμπ “θα ήταν ο πιο απερίσκεπτος πρόεδρος στην αμερικανική ιστορία”, υπονόησε ότι η ιδιοσυγκρασία του που θα μπορούσε να οδηγήσει σε απρόσμενες εκβάσεις.
“Κανείς δεν ξέρει πώς θα αντιδράσει η ματαιοδοξία του κ Τραμπ, αν ένας ξένος ομόλογός του τον μειώσει” έγραψε στην εφημερίδα Financial Times τον περασμένο μήνα.