Φιντέλ Κάστρο και Τσε Γκεβάρα
Η έλλειψη πειθαρχίας ήταν γενικευμένη στις ομάδες των Κουβανών ανταρτών κατά τη διάρκεια των συγκρούσεων με τον στρατό του Μπατίστα και η προσπάθεια στρατικοποίησης ήταν εξαιρετικά δύσκολη. Όπως αναφέρει ο Τσε Γκεβάρα στο ημερολόγιο του επαναστατικού πολέμου 1956 – 1959, μετά τη μάχη της Πίνο ντελ Άνγκουα, η μονάδα του αφιερώθηκε στη βελτίωση της οργάνωσης του αντάρτικου, το οποίο είχε ενισχυθεί από μονάδες του Φιντέλ Κάστρο.
Οπως αναφέρει η Μηχανή του Χρόνου, σε αυτό το πλαίσιο αποφασίστηκε η σύσταση μιας επιτροπής πειθαρχίας, που ήταν επιφορτισμένη να επιτηρεί τους κανόνες επαναστατικής επαγρύπνησης, γενικής πειθαρχίας, αλλά και καθαριότητας. Στην πράξη δεν λειτούργησε σχεδόν ποτέ, κυρίως γιατί η στάση μιας μεγάλης μερίδας των ανταρτών ήταν ιδιαίτερα εχθρική απέναντι στην επιτροπή και δεν δίσταζαν να της βάζουν τρικλοποδιές και να την διακωμωδούν.
Χαρακτηριστικό είναι το συμβάν κατά τη διάρκεια μιας δύσκολης πορείας στις όχθες του ποταμού Πελαδέρο. Η οπισθοφυλακή επικαλέστηκε κάποιο επείγον περιστατικό και παρέσυρε τα μέλη της επιτροπής να τρέξουν προς μια συγκεκριμένη κατεύθυνση στην οποία είχαν… κάνει την ανάγκη τους. Πολλά μέλη της ομάδας συνελήφθησαν. Η φυλακή δεν ήταν ιδιαίτερα σκληρή ποινή σε συνθήκες ορεινής εκστρατείας, αλλά η στέρηση τροφής που επιβαλλόταν για λίγες ημέρες ήταν πραγματική τιμωρία. Δύο μέρες μετά το επεισόδιο κι ενώ οι δράστες ήταν ακόμη κρατούμενοι, ο Τσε πήγε στη γειτονική περιοχή Ελ Ζαπάτο για να συναντήσει τον Φιντέλ. Με το που έφθασε όμως τον πρόλαβε ένας αγγελιοφόρος και του μετέφερε μια τρομερή πληροφορία. Ο ικανός λοχαγός Λάλο Σαρντίνιας, θέλοντας να τιμωρήσει κάποιον σύντροφο έκανε μια χειρονομία ότι θα τον πυροβολούσε στο κεφάλι.
Από λάθος ως φαίνεται η σφαίρα έφυγε και ο κρατούμενος βρήκε ακαριαίο θάνατο. Ο Τσε πήρε αμέσως τον δρόμο της επιστροφής και έδωσε εντολή να τεθεί υπό κράτηση ο Λάλο, καθώς η οργή των ανταρτών εναντίον του ήταν ανεξέλεγκτη Οι μαρτυρίες δεν ήταν σαφείς. Κάποιοι υποστήριζαν ότι ήταν ατύχημα και άλλοι ότι επρόκειτο για προμελετημένη δολοφονία. Οι νόμοι του αντάρτικού δεν επέτρεπαν την επιβολή σωματικής ποινής. Ο Σαρντίνιας ήταν από τους αντάρτες που ξεχώριζαν για την αγωνιστικότητά και την προσήλωση στην πειθαρχία. Αυτοί που ζητούσαν την καταδίκη του ήταν κυρίως οι απείθαρχοι. Οι καταθέσεις των μαρτύρων συνεχίστηκαν μέχρι αργά το βράδυ και στο σημείο έσπευσε ο Φιντέλ. Μαζί με τον Τσε ανέλαβαν συνήγοροι υπεράσπισης του κατηγορούμενου, ο οποίος παρακολουθούσε απαθής την έκβαση της δίκης.
[irp posts=”83099″ name=”Φιντέλ Κάστρο: Πέθανε ο μεγάλος επαναστάτης (ΦΩΤΟ-ΒΙΝΤΕΟ)”]
Απέναντι στους οργισμένους αντάρτες, ο Γκεβάρα υποστήριξε ότι ο θάνατος του συντρόφου τους έπρεπε να αποδοθεί στις συνθήκες του αγώνα, την εμπόλεμη κατάσταση και εν τέλει στον δικτάτορα Μπατίστα. Το εχθρικό ακροατήριο δεν πείστηκε. Το λαϊκό δικαστήριο συνεχιζόταν υπό το φως των πυρσών από πευκόκλαδα και ο Φιντέλ πήρε τον λόγο και μίλησε για… μία ώρα! Ανέπτυξε όλους τους λόγους που συνηγορούσαν υπέρ της αθώωσης του Λάλο Σαρντίνιας και όλα τα μειονεκτήματα του αντάρτικου, που στερούνταν πειθαρχίας. Είπε στους αγωνιστές ότι σε τελευταία ανάλυση η καταδικαστέα πράξη είχε διαπραχθεί για την υπεράσπιση της θεωρίας της πειθαρχίας που έπρεπε να υπάρχει στο μυαλό όλων. Οι πυρσοί φώτιζαν την ψηλή κορμοστασιά του Φιντέλ και η χαρακτηριστική φωνή του, που έπαιρνε συγκινητικούς τόνους, επηρέασε πολλούς άνδρες που συντάχθηκαν με τη γνώμη του. Με την πειθώ του κατάφερε να κατευνάσει τα πνεύματα αλλά όχι απόλυτα. Έτσι, τέθηκαν σε ψηφοφορία δύο πιθανές ποινές: η θανατική ποινή με τουφεκισμό και η μείωση βαθμού. Ο Λάλο είχε κάνει λάθος, αλλά ο Γκεβάρα και ο Κάστρο ήθελαν να σώσουν τη ζωή του γιατί είχε ακόμη να προσφέρει πολλά στην επανάσταση.
Από τους 176 αντάρτες που ψήφισαν, οι 70 τάχθηκαν υπέρ της ποινής του θανάτου και οι 76 υπέρ μιας άλλης τιμωρίας. Ο Λάλο είχε σωθεί, αλλά η υπόθεση θα στοίχιζε στο σώμα. Την επόμενη μέρα μερικοί άνδρες που ήταν κατά της πλειοψηφίας, εγκατέλειψαν το αντάρτικο και κάποιοι από αυτούς πέρασαν στην υπηρεσία του εχθρού. Ο Σαρντίνιας καθαιρέθηκε από λοχαγός και καταδικάστηκε να κερδίσει την αποκατάστασή του πολεμώντας με μια μικρή περίπολο κατά του εχθρού. Ο Τσε όπως πάντα είδε σε βάθος την ιστορία και κατέληξε ότι η αντιπαράθεση, ο διάλογος, οι προβληματισμοί και οι ιδεολογική προσέγγιση της ανθρώπινης ζωής ήταν ένα καλό μάθημα για τον επαναστατικό και ιδεολογικά ανώριμο στρατό. «Τώρα πια η επαναστατική συνείδηση ηγετών και μαχητών γινόταν όλο και βαθύτερη», γράφει ο Τσε.