«Πρόγραμμα ήταν και πάει», παρά το επικοινωνιακό ταρατατζούμ με το οποίο συνοδεύθηκε και την απέλπιδα προσπάθεια να καταγραφεί στην κοινή συνείδηση ως «η πρόταση για πάσαν νόσον και πάσαν μαλακίαν», ως μια λυδία λίθος για τα μεγάλα οικονομικά ζητήματα που απασχολούν την κοινωνία των πολιτών.
Του Χρήστου Υφαντή
Ο Αλέξης Τσίπρας, παρέα με τη κυρία Αχτσιόγλου και τον κ. Χαρίτση (με συνοδεία ειδικών εκτός και εντός Ελλάδος) το παρουσίασαν, αυτοί τα είπαν, αυτοί τα άκουσαν! Το πανηγύρι που στήθηκε, αμέσως μετά, στα social media με τις υπενθυμίσεις όλων όσων τα προηγούμενα χρόνια (δεν έλεγε αλλά) έκανε ο ΣΥΡΙΖΑ, ως κυβέρνηση, φτάνει για να καταλάβει κανείς την απήχηση που είχαν δέκα «ανέξοδες» προτάσεις.
Ο κ. Σταϊκούρας επιχείρησε κυβερνητικά να αποδομήσει το πρόγραμμα Τσίπρα (και όχι ΣΥΡΙΖΑ), κατέθεσε ένα τρισέλιδο υπόμνημα με συγκεκριμένες απαντήσεις σε όλες τις δήθεν προτάσεις, αλλά ως εκεί, η απόπειρα μπορεί να είναι επιτυχής, αλλά παραμένει πάντα εντός ενός κύκλου ειδικών περισσότερο ή λιγότερο και μυημένων.
Η ακραία, η κορυφαία απαξίωση αυτού του φιλόδοξου προγράμματος παρεμβάσεων στην οικονομία, που αποδείχθηκε μια έκθεση ιδεών χαμηλών προσδοκιών, ήρθε από το εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ, από την ομάδα «53+» και τους συνεργαζόμενους με αυτή «σοφούς» του κόμματος, με «πρώτη μούρη στο Καβούρι» τον ίδιο τον Ευκλείδη Τσακαλώτο!
Είναι γεγονός πως ο κ. Τσακαλώτος δεν είχε ιδέα ούτε από την πρόθεση του Αλέξη Τσίπρα να ανακοινώσει «οικονομικό πρόγραμμα», ούτε, πολύ περισσότερο, από το περιεχόμενο του «οικονομικού προγράμματος».
Ο Τσίπρας, συνειδητά και σχεδιασμένα, απέκλεισε τον ηγέτη της αριστερής πτέρυγας από όλες τις διαδικασίες συγκρότησης του προγράμματος, περιόρισε τον κύκλο των ειδικών στην προεδρική φρουρά και στην ομάδα Τζανακόπουλου και φιλοδόξησε να προσφέρει στην ελληνική κοινωνία μια φρέσκια, σοσιαλδημοκρατική εκδοχή μιας οικονομικής πολιτικής που εστιάζει την κοινωνική μέριμνα και στη βοήθεια στις περισσότερο πληττόμενες κοινωνικές ομάδες χωρίς να λέει κουβέντα για την πίτα, την απολύτως απαραίτητη αύξηση της και το πώς αυτή θα μοιραστεί, ώστε να συνεχίσει να μεγαλώνει κι όχι να καταναλώνεται σε παροχές άνευ ουσιαστικού αντικρίσματος.
Κατέληξε να προτείνει ένα δεύτερο, εκσυγχρονισμένο «Πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης», χωρίς καν να εκτιμήσει την εξαιρετικά αρνητική παρακαταθήκη του πρώτου και μέσα στις απολύτως αποσπασματικές καταθέσεις διάφορων παροχών χάθηκαν ακόμη και κορυφαία ζητήματα, όπως η προστασία της πρώτης κατοικίας, υπόθεση στην οποία ο ΣΥΡΙΖΑ θα μπορούσε να επενδύσει σημαντικά.
Στην ουσία επιχείρησε να αρνηθεί το δεδομένο παρελθόν του και να παίξει στο μυαλό των πολιτών με ένα συνδυασμό παροχών και προσδοκιών, ως εάν να μην έχει εγγράψει πρωθυπουργικές ώρες στο πρόσφατο παρελθόν, ως εάν να μην έχει καταστρέψει τη μεσαία τάξη, ως εάν να μην έχει, πρωθυπουργός ων, επιλέξει στο διαταραγμένο πολιτικά μυαλό του τους μισθούς ως προϋπόθεση ανάπτυξης (!!!), ανατινάζοντας όλες τις οικονομικές θεωρίες.
Ο Τσακαλώτος είδε και άκουσε την παρουσίαση και διάβασε το πρόγραμμα όταν αυτό παρουσιάστηκε. Σε όλη τη διαδικασία συγκρότησης του προγράμματος δεν είχε την παραμικρή συμμετοχή, δεν ρωτήθηκε σε κανένα σημείο του, δεν κατέθεσε προτάσεις και οικονομικές λογικές, δεν του ζητήθηκε καμία βοήθεια, το άκουσε μαζί με όλους τους υπόλοιπους που πήραν, προσκεκλημένοι ή απλά ενδιαφερόμενοι, μέρος στην παρουσίαση (μέσω τηλεδιάσκεψης) και η πρώτη του αντίδραση ήταν… να πέσει από τον καναπέ από τα γέλια.
Η δεύτερη, ήταν «να βάλει τα κλάματα», επειδή κατάλαβε, με την αυθεντικότητα του αριστερού μεν, κανονικού δε οικονομολόγου, πως ό,τι παρουσιάστηκε στην κοινωνία των πολιτών είναι ένα απλό κακέκτυπο προηγούμενων ανάλογων υποσχέσεων, που χαρακτήρισαν άλλες εποχές, τότε που τα μνημόνια θα καταργούνταν με ένα νόμο και ένα άρθρο, τα νταούλια θα βαρούσαν, η Μέρκελ θα χόρευε, ο ΕΝΦΙΑ θα μας άφηνε χρόνους και η οικονομία θα στηρίζονταν στην αύξηση των μισθών, ώστε να αυξηθεί η ζήτηση και να μεγιστοποιηθεί η προσφορά.
Η απόπειρα του κ. Τσίπρα να καταθέσει ένα οικονομικό πρόγραμμα ήταν εκ των προτέρων καταδικασμένη να διαχυθεί στην κοινωνία και «να κυλήσει πάνω της σαν τη βροχή στον τσίγκο» (αθάνατε Κωνσταντάρα!), οι λόγοι είναι γνωστοί, συνδέονται άμεσα με την παρωχημένη οικονομική σκέψη της αριστεράς που εκπροσωπεί. Ως εδώ καμία έκπληξη, όλα ήταν αναμενόμενα.
Νέο στοιχείο στην υπόθεση είναι το μήνυμα στον κ. Τσακαλώτο, μήνυμα σαφές, ακριβές και με σκληρό περιεχόμενο. Ο κ. Τσίπρας διαμηνύει στον Ευκλείδη ότι δεν είναι απαραίτητη πλέον η παρουσία του στον ΣΥΡΙΖΑ, δεν τον χρειάζεται για συνεργάτη, δεν επιθυμεί να συνδιαλέγεται μαζί του, δεν έχει καμία διάθεση να φιλτράρει την πολιτική του στα φίλτρα της αριστερής ορθοδοξίας, συνεπώς ο κ. Τσακαλώτος μπορεί άνετα και εύκολα να σκεφθεί την πιθανότητα να αποχωρήσει και να τον αφήσει ήσυχο να διαχειριστεί, αυτός με την παρέα του, το μέλλον μιας περονικής, περίπου, αριστεράς πνιγμένης στον λαϊκισμό και στις θεωρίες των γκρουπούσκουλων της νοτιοαμερικάνικης αριστεροσύνης.
Αν ο Ευκλείδης πήρε το μήνυμα θα φανεί σύντομα. Προς το παρόν έχει μείνει να αναρωτιέται αν καλά άκουσε κι αν καλά κατάλαβε όσα ο «σύντροφος» Τσίπρας του είπε δημοσίως και αφορούν στο μέλλον του στον ΣΥΡΙΖΑ.