Δημοσιεύθηκε η Κοινή Υπουργική Απόφαση που υπογράφηκε από τον υφυπουργό Εργασίας Τάσο Πετρόπουλο και τον αναπληρωτή υπουργό Οικονομικών Γιώργο Χουλιαράκη. Στην απόφαση αυτή δίνονται οδηγίες για τον υπολογισμό των Συντάξεων που καταβάλλονταν μέχρι 12 Μαϊ 2016.
Τα κυριότερα σημεία σύμφωνα με τον λοχαγό ε.α. Ηλία Νατσιούλα και οικονομικό σύμβουλο της ΕΣΠΕΘ , είναι:
Κάθε καταβαλλόμενη ή καταβλητέα κατά την 12/5/2016 κύρια σύνταξη, πλην των συντάξεων του ΟΓΑ, η οποία χορηγήθηκε με προγενέστερες του Ν. 4387/2016 διατάξεις, επανυπολογίζεται από τον Ενιαίο Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης
Έως τις 30 Σεπτεμβρίου 2017, θα πρέπει να επανυπολογιστούν όλες οι κύριες συντάξεις, σύμφωνα με το νέο ασφαλιστικό νόμο.
Ο επανυπολογισμός όλων των κύριων συντάξεων που χορηγήθηκαν με προγενέστερες του Ν. 4387/2016 διατάξεις, πραγματοποιείται βάσει των στοιχείων επί των οποίων αυτές κανονίστηκαν-υπολογίστηκαν.
Στις περιπτώσεις που το καταβαλλόμενο ή καταβλητέο, κατά την ημερομηνία έναρξης του Ν. 4387/2016, ποσό σύνταξης είναι μεγαλύτερο από αυτό που προκύπτει από τον επανυπολογισμό της, το επιπλέον ποσό εξακολουθεί να καταβάλλεται στο δικαιούχο ως προσωπική διαφορά, συμψηφιζόμενο κατ’ έτος και, μέχρι την πλήρη εξάλειψή του, με την εκάστοτε αναπροσαρμογή των συντάξεων της παρ. 3α του άρθρου 14 του Ν. 4387/ 2016.
Εάν το καταβαλλόμενο ή καταβλητέο, κατά την ημερομηνία έναρξης του Ν. 4387/2016, ποσό της σύνταξης είναι μικρότερο από αυτό που προκύπτει από τον επανυπολογισμό, τότε αυτό προσαυξάνεται κατά το ένα πέμπτο της διαφοράς κατ’ έτος, σταδιακά και ισόποσα εντός πέντε ετών από την ολοκλήρωση του τρέχοντος προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής.
Για τον υπολογισμό του ανταποδοτικού μέρους των καταβαλλόμενων ή καταβλητέων κατά την 12/5/2016 συντάξεων του Δημοσίου, λαμβάνεται υπόψη ο συντάξιμος μισθός επί του οποίου κανονίστηκε η ήδη χορηγηθείσα σύνταξη, όπως αυτός είχε διαμορφωθεί, πριν την έναρξη ισχύος του Ν. 4387/2016
Για την επιβεβαίωση της πληρότητας και της ορθότητας των απαιτούμενων για την αναπροσαρμογή στοιχείων, ο ΕΦΚΑ ή οι αρμόδιοι φορείς κοινωνικής ασφάλισης ή το Δημόσιο ή η Τράπεζα της Ελλάδος (ΤτΕ), επανυπολογίζουν το ύψος της χορηγηθείσας σύνταξης, σύμφωνα με τις καταστατικές διατάξεις του οικείου φορέα κοινωνικής ασφάλισης ή του Δημοσίου και τις λοιπές γενικές και ειδικές ισχύουσες νομοθετικές ρυθμίσεις, λαμβάνοντας υπόψη το συντάξιμο μισθό, το χρόνο ασφάλισης, το συντελεστή αναπλήρωσης, τη μείωση, λόγω ορίου ηλικίας και τα λοιπά στοιχεία της σύνταξης που βρίσκονται καταχωρισμένα στο οικείο πληροφοριακό σύστημα.
Η απόκλιση μεταξύ απονεμηθείσας και επανυπολογισθείσας σύνταξης δεν πρέπει να υπερβαίνει κατ’ απόλυτη τιμή το 5%. Για όσες συντάξεις υπάρχει ποσοστό απόκλισης κατ’ απόλυτη τιμή άνω του 5% μεταξύ της μεικτής καταβαλλόμενης και του ποσού που προκύπτει, μετά την εφαρμογή της ανωτέρω παραγράφου 2, αναζητούνται τα απαιτούμενα στοιχεία στις αντίστοιχες συνταξιοδοτικές αποφάσεις ή άλλες κατάλληλες πηγές, προκειμένου η απόκλιση μεταξύ απονεμηθείσας και επανυπολογισθείσας σύνταξης να μην υπερβαίνει κατ’ απόλυτη τιμή το 5%.
Ως την 30η Σεπτεμβρίου 2016, πρέπει να έχει καταχωριστεί το 10% και αυτό να έχει επανυπολογιστεί σε τελική οριστική εικόνα ως την 31η Δεκεμβρίου 2016.
Ως την 31η Δεκεμβρίου 2016, πρέπει να έχει καταχωριστεί το 40% και αυτό να έχει επανυπολογιστεί σε τελική οριστική εικόνα ως την 31η Μαρτίου 2017.
Ως την 31η Μαρτίου 2017, πρέπει να έχει καταχωριστεί το 70% και αυτό να έχει επανυπολογιστεί σε τελική οριστική εικόνα ως την 30η Ιουνίου 2017.
Ως την 30η Ιουνίου 2017, πρέπει να έχει καταχωριστεί το 100% και αυτό να έχει επανυπολογιστεί σε τελική οριστική εικόνα ως 30η Σεπτεμβρίου 2017.