Γράφει ο Ιωάννης Σαρίδης
βουλευτής Α’ Θεσσαλονίκης, Ένωση Κεντρώων
Η 27η Ιουνίου 2016 αναγνωρίζεται ως ημερομηνία σημαντικών αλλαγών στην τουρκική εξωτερική πολιτική σχεδόν από το σύνολο των αναλυτών, των δημοσιογράφων αλλά και του πολιτικού, διπλωματικού, ακαδημαϊκού κόσμου.
Ανάμεσα στα γεγονότα εκείνης της ημέρας, που οδήγησαν σε αυτή την διαπίστωση, ήταν:
η ανακοίνωση του Τούρκου πρωθυπουργού Γιλντιρίμ, πως επετεύχθη συμφωνία εξομάλυνσης και μερικής αποκατάστασης των ισραηλινοτουρκικών σχέσεων.
η αποστολή απολογητικής επιστολής του προέδρου Ερντογάν προς τον πρόεδρο Πούτιν η οποία οδήγησε στην πρώτη τηλεφωνική συνομιλία των δύο ανδρών μετά την τραγική κατάρριψη του ρωσικού μαχητικού τον περασμένο Νοέμβρη. Κατά την μεταξύ τους επίσημη τηλεφωνική επαφή συμφωνήθηκε η εντατικοποίηση της προσπάθειας εξομάλυνσης των ρωσο-τουρκικών σχέσεων και η μερική άρση των ρωσικών κυρώσεων προς την Τουρκία.
Ξεχωρίζουμε αυτά τα δύο καθώς σε αυτά μπορούμε να εντοπίσουμε με ξεκάθαρο τρόπο τα σημεία της τουρκικής μεταστροφής ή/και υποχώρησης. Σκοπός της ανάλυσης αυτής είναι να εντοπίσει την σημασία για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις της εν λόγω διαφαινόμενης μεταστροφής.
Σχετικά με την συμφωνία εξομάλυνσης και αποκατάστασης διπλωματικών σχέσεων Ισραήλ – Τουρκίας.
Όπως είναι γνωστό οι σχέσεις Ισραήλ – Τουρκίας βρέθηκαν στο ιστορικά χειρότερο σημείο τους το 2010, όταν έχασαν την ζωή τους 9 Τούρκοι ακτιβιστές κατά την διάρκεια επέμβασης των ισραηλινών ειδικών δυνάμεων στο πλοίο Μαβί Μαρμαρά, το οποίο μετέφερε ανθρωπιστική βοήθεια προς τους κατοίκους της Λωρίδας της Γάζας και επιχείρησε να σπάσει τον αποκλεισμό, που έχει επιβάλει το κράτος του Ισραήλ στην περιοχή.
Οι όροι που είχε θέσει η Τουρκία στο Ισραήλ για εξομάλυνση των μεταξύ τους σχέσεων ήταν οι εξής 3:
να ζητήσει συγνώμη,
να πληρώσει αποζημιώσεις και
να άρει το καθεστώς αποκλεισμού (εμπάργκο) από την περιοχή της Λωρίδας της Γάζας.
Βεβαίως οι δύο πρώτοι όροι είχαν ήδη γίνει αποδεκτοί πολύ νωρίτερα (από το 2013) από την κυβέρνηση του Ισραήλ.
Τον τρίτο όρο όμως…το Ισραήλ απλά δεν τον αποδέχτηκε ποτέ, όπως τελικά σήμερα αποδεικνύεται από τις εν λόγω εξελίξεις. Χρειάστηκε να περάσουν τρία χρόνια και να μεσολαβήσουν συνταρακτικά πολιτικά γεγονότα στην Τουρκία για αποδεχτεί ο απομονωμένος πια Ερντογάν, το γεγονός πως το Ισραήλ δε δεχόταν την πλήρη άρση του αποκλεισμού για κανένα λόγο.
Η Τουρκία λοιπόν απέσυρε τον περίφημο τρίτο όρο και τον αντικατέστησε με την αξίωση να…. “χαλαρώσει κάπως” το εμπάργκο και να επιτραπούν ανθρωπιστικές και περιορισμένες οικονομικές δραστηριότητες στη Γάζα.
Αυτό έγινε δεκτό από την ισραηλινή κυβέρνηση με κάποιες -φυσικά(!)- προ υποθέσεις όπως για παράδειγμα, πως όλα θα γίνονται μέσω του ισραηλινού λιμανιού του Ασντον και υπό τον απόλυτο έλεγχο και την αποκλειστική εποπτεία των Ισραηλινών Ενόπλων Δυνάμεων.
Με λίγα λόγια η Τουρκία υποχώρησε απόλυτα στον τρίτο όρο, περί άρσης αποκλεισμού της Γάζας. Ταυτόχρονα όμως, παραιτήθηκε ουσιαστικά από πολλές μακροχρόνιες και πάγιες επιδιώξεις, φιλοδοξίες ενώ όλοι διαπιστώνουν πως απομακρύνθηκε σημαντικά από στρατηγικούς στόχους δεκαετιών.
Η Τουρκία με αυτή την κίνηση της παραιτήθηκε με εντυπωσιακό τρόπο από την διαχρονική προσπάθεια της να τεθεί επικεφαλής στις αραβικές χώρες και να επιβληθεί ως ηγέτιδα δύναμη του σιιτικού Ισλάμ.
Πολλοί στον αραβικό κόσμο αυτή την κίνηση της Τουρκίας την υποδέχτηκαν -περίπου και μέχρι ενός βαθμού- ως προδοσία. Η απάνθρωπη και καταδικαστέα τρομοκρατική επίθεση στην Κωνσταντινούπολη ερμηνεύεται από πολλούς ως έκφραση της οργής των φανατικών τζιχαντιστών δολοφόνων του isis απέναντι σε αυτήν ακριβώς μεταστροφή/υποχώρηση της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής.
Η νέα στάση αυτή της Τουρκίας συνοδεύεται και από την ταυτόχρονη δέσμευση της να περιορίσει αποφασιστικά τη δράση της Χαμάς στα εδάφη της (η οποία Χαμάς υπενθυμίζουμε πως έχει τον έλεγχο της λωρίδας της Γάζας και διατηρούσε άριστες σχέσεις με το καθεστώς Ερντογάν) αλλά και άλλων ισλαμιστικών οργανώσεων, παγώνοντας τραπεζικούς λογαριασμούς, δεσμεύοντας περιουσιακά στοιχεία υπόπτων για τρομοκρατία, κλείνοντας ερμητικά τα γνωστά περάσματα στα τουρκοσυριακά σύνορα, σταματώντας την παροχή ασύλου στα ηγετικά μέλη της Χαμάς και κόβοντας συνολικά τους δεσμούς, που ανέπτυξαν την τελευταία 5ετία οι τουρκικές μυστικές υπηρεσίες με ισλαμιστικές οργανώσεις εντός της Συρίας τις οποίες εκπαίδευαν και εξόπλιζαν, ώστε να μάχονται (και σταδιακά να εκδιώξουν δια παντός) τους Κούρδους από τα πατρογονικά τους εδάφη, εξυπηρετώντας με αποτελεσματικό τρόπο την τουρκική στρατηγική εκτοπισμού του κουρδικού πληθυσμού και αλλοίωσης των δημογραφικών στοιχείων τεράστιων γεωγραφικά περιοχών.
Σχετικά με την διαφαινόμενη μερική αποκατάσταση και εξομάλυνση των σχέσεων Ρωσίας – Τουρκίας
Η Μόσχα δημοσιοποίησε απολογητική επιστολή του Ερντογάν για την κατάρριψη του ρωσικού μαχητικού αεροσκάφους από την τουρκική αεροπορία τον περασμένο Νοέμβριο. Ταυτόχρονα το Κρεμλίνο δήλωσε την ικανοποίηση του για την κίνηση αυτή και αποδεχόμενο την τουρκική συγνώμη προχώρησε στην έναρξη των διαδικασιών άρσης των διοικητικών και οικονομικών κυρώσεων, που είχε επιβάλλει στην Τουρκία, ξεκινώντας από τους τομείς του Τουρισμού και του Εμπορίου. Παράλληλα προσεκλήθη ο Τούρκος ΥΠΕΞ στο ρωσικό θέρετρο Σότσι την 1η Ιουλίου στο πλαίσιο των εργασιών της Συνόδου Οικονομικής Συνεργασίας της Μαύρης Θάλασσας.
Η ρωσική εξωτερική πολιτική μετρά ως επιτυχία το γεγονός, πως ενώ κορυφώνεται η αντιπαράθεση μεταξύ Ρωσίας και ΝΑΤΟ, η Τουρκία (μέλος της συμμαχίας) αναγκάζεται να “καταπιεί” την επιθετικότητα της και να υποχωρήσει αδιαμαρτύρητα στις ρωσικές απαιτήσεις σε μια σειρά ζητημάτων, που θα δημοσιοποιούνται σταδιακά τις επόμενες εβδομάδες. Θα ήταν λάθος να υποτιμήσουμε τη βαρύτητα της τότε δήλωσης του προέδρου Πούτιν πως: ” η Τουρκία θα μετανιώσει πολλές φορές την ύπουλη πράξη της”. Η Τουρκία αποτελεί διπλωματικά θετικό πεδίο άσκησης της ρώσικης εξωτερικής πολιτικής.
Οι πρώτες δύο ημέρες που ακολούθησαν την μεταστροφή της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής μας επιτρέπουν να βγάλουμε χρήσιμα συμπεράσματα για το ποιος είναι ο στρατηγικός σχεδιασμός της Τουρκίας απέναντι στον Ελληνισμό.
Την στιγμή που ο Τούρκος πρόεδρος Ερντογάν έβαζε τις δύο υπογραφές της ήττας του, μία στη συμφωνία με το Ισραήλ και μία στην απολογητική επιστολή προς τον Ρώσο πρόεδρο Πούτιν, την ίδια ακριβώς στιγμή μια 8άδα τουρκικών μαχητικών αεροσκαφών εισέβαλαν οπλισμένα στον ελληνικό εναέριο χώρο προχωρώντας σε 20 παραβιάσεις, οι οποίες αναχαιτίστηκαν από τους Έλληνες πιλότους της Πολεμικής Αεροπορίας.
Την ίδια στιγμή έδινε εντολή να προχωρήσει η συνθήκη προσάρτησης των κατεχομένων στην Τουρκία. Πρόκειται για μία συμφωνία την οποία πρόσφατα υπέγραψε ο Τούρκος πρόεδρος Ερντογάν με το ψευδοκράτος και στην οποία προβλέπεται μεταξύ άλλων, πως αν δεν έχει υπάρξει λύση του Κυπριακού εντός του 2016, τότε θα ξεκινήσει ένα διετές πρόγραμμα προσαρμογής και ενοποίησης των διοικητικών, νομικών, οικονομικών, δικαστικών υπηρεσιών του ψευδοκράτους με τις αντίστοιχες τουρκικές με τελικό σκοπό την προσάρτηση των κατεχομένων στην Τουρκία. Αυτή η συμφωνία ήρθε ως συνέχεια της έναρξης της λειτουργίας του υποθαλάσσιου υδαταγωγού, που παρέχει πλέον στα κατεχόμενα ύδρευση και άρδευση πολλών εκατομμυρίων κυβικών νερού απευθείας από τα βάθη της Τουρκίας.
Τον αγωγό εγκαινίασε ο ίδιος ο πρόεδρος Ερντογάν κάνοντας εντυπωσιακές δηλώσεις πως θα μετατρέψει το νησί από κίτρινο σε πράσινο και άλλα όμοια. Το επόμενο βήμα προς την de facto προσάρτηση των κατεχομένων στην Τουρκία έχει ήδη ξεκινήσει και πρόκειται για την ένωση του δικτύου ηλεκτρικού ρεύματος των κατεχομένων με εκείνο της Τουρκίας.
Τη ίδια στιγμή δινόταν στη δημοσιότητα η επιστολή της επίσημης διπλωματικής αποστολής της Τουρκίας προς τον γ.γ. των Ηνωμένων Εθνών, όπου παρουσιάζονται με χαρακτηριστικά θρασύ τρόπο οι ανιστόρητες και παράλογες τουρκικές αξιώσεις στο Αιγαίο και παρατίθεται αναλυτικά η σχετική υποστηρικτική επιχειρηματολογία, που συνοδεύει την τουρκική επιθετικότητα και η οποία όσο αδύναμη και αν είναι, δεν παύει ωστόσο να καταδεικνύει με ξεκάθαρο και σαφή τρόπο, τις προθέσεις της Τουρκίας απέναντι στον Ελληνισμό.
Στο πλαίσιο της “χαρτογράφησης” των βασικών αιτιών της τουρκικής μεταστροφής αναμένουμε να δούμε κάποια αντίστοιχης σημασίας κίνηση της τουρκικής διπλωματίας προς την Αίγυπτο και τότε θα μπορούμε να εξάγουμε ασφαλώς το συμπέρασμα πως η νέα εξωτερική πολιτική της Τουρκίας περιγράφεται επαρκώς με την εξής φράση:
“Ελεγχόμενη υποχώρηση σε όλα τα ανοιχτά διπλωματικά μέτωπα εκτός από εκείνο του Αιγαίου, όπου επικεντρώνουμε το σύνολο των αξιώσεων μας μέχρι τέλους.”
Η Τουρκία αποδεικνύεται ικανή να καταπιεί την ήττα της από τους πάντες, εκτός όμως από τον Έλληνα. Δεν το αντέχει το καθεστώς της Τουρκίας να ηττηθεί από την Ελλάδα. Η Τουρκία τράβηξε την κόκκινη γραμμή της υποχώρησης της και αυτή η γραμμή βρίσκεται στο Αιγαίο και είναι ο 25ος Μεσημβρινός.
Το ερώτημα είναι λοιπόν, πως θα πρέπει να απαντήσει η Ελλάδα στη νέα προκλητική εξωτερική πολιτική της Τουρκίας, όπως αυτή διαμορφώνεται τη στιγμή που το Brexit επηρεάζει τις ισορροπίες στους κόλπους της συμμαχίας των χωρών του ΝΑΤΟ και την ώρα που ισχυρές ΝΑΤΟικές δυνάμεις βρίσκονται στο Αιγαίο για να εφαρμόσουν μια συμφωνία, η οποία όμως δεν τηρείται από τα κράτη μέλη της Ε.Ε. και το περιεχόμενο της οποίας δε μπορεί να δικαιολογήσει πειστικά την παρουσία του ΝΑΤΟ καθώς η φύλαξη συνόρων για την αποτροπή της λαθρομετανάστευσης δεν αποτελεί μέρος των καταστατικών στόχων και αμυντικών στρατηγικών υποχρεώσεων της Συμμαχίας.
Η επιθετικότητα που εκφράζεται από δυνάμεις της Ε.Ε. με ανεύθυνο τρόπο κατά των συμφερόντων της εξωτερικής πολιτικής του Ηνωμένου Βασιλείου θα οδηγήσουν πιθανώς στην παρουσία φαινομένων δυσαρμονίας στη διοίκηση των ΝΑΤΟικών δυνάμεων στο Αιγαίο αλλά και σε πιθανή μεταστροφή της αγγλικής εξωτερικής πολιτικής στο Κυπριακό υπέρ των τουρκικών συμφερόντων καθώς οι αγγλικές βάσεις στην Κύπρο εγγυώνται την διασφάλιση των αγγλικών συμφερόντων σε ολόκληρη την Μέση Ανατολή και την Νοτιοανατολική Ευρώπη και το καθεστώς παραμονής τους εκεί, σε κράτος μέλος της Ε.Ε. το αντλούν από τον ρόλο της Αγγλίας ως εγγυήτρια δύναμη στο Κυπριακό!
Η παραμονή των βάσεων στην Κύπρο και το καθεστώς παρουσίας των Βρετανών υπηκόων που εργάζονται σε αυτές θα είναι ένα θέμα που σύντομα θα απασχολήσει την διεθνή διπλωματία στο ανώτατο επίπεδο.
Η Ελλάδα θα πρέπει να αντιδράσει με καταλυτικό και αποφασιστικό τρόπο αξιοποιώντας τις συμμαχίες της, μερικές από τις οποίες μόλις πρόσφατα επικύρωσε το ελληνικό κοινοβούλιο και με τη θετική ψήφο της Ένωσης Κεντρώων.
Η Ελλάδα θα πρέπει να θέσει με αποφασιστικό τρόπο το θέμα της συμπεριφοράς της Τουρκίας στο Αιγαίο όσο βρίσκεται ακόμη το ΝΑΤΟ στην περιοχή. Διότι αν κάποια στιγμή αποχωρήσουν οι ΝΑΤΟικές δυνάμεις και δεν έχει κατορθώσει μέχρι τότε η Ελλάδα να επιβληθεί στην Τουρκία ο σεβασμός στα ελληνικά κυριαρχικά δικαιώματα στο πλαίσιο της Συμμαχίας, τότε μπορούμε να θεωρούμε βέβαιο πως τίποτε δεν θα εμποδίζει τους Τούρκους να αυξήσουν τη παραβατικότητα τους με απρόβλεπτα αποτελέσματα.
Εάν γίνουν αποδεκτές αυτές οι συμπεριφορές και υπό το βλέμμα του ΝΑΤΟ, τότε η Τουρκία θα αποθρασυνθεί τελείως, οδηγώντας την Ελλάδα μπροστά σε δύσκολες επιλογές και αποφάσεις.