Η δημιουργία μιας νέας μισθολογικής κλίμακας Καλλιτεχνικού Έργου (ΚΕ), στο προσοντολόγιο του δημοσίου, η οποία θα εξασφαλίζει ίδιες αμοιβές σε όλους τους αποφοίτους καλλιτεχνικών σχολών, ανεξαρτήτως του έτους που αποφοίτησαν, είναι η βασική αλλαγή που εισάγει η Κοινή Υπουργική Απόφαση, την οποία φέρνει η κυβέρνηση, με στόχο τη ρύθμιση χρόνιων προβλημάτων και νομοθετικών κενών που υπήρχαν στον χώρο αυτό.
Η ρύθμιση διαμορφώθηκε από τα συναρμόδια υπουργεία Οικονομικών, Εσωτερικών και Πολιτισμού και Αθλητισμού μετά την προχθεσινή συνάντηση του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη με τους εκπροσώπους καλλιτεχνών, σχολών και φοιτητών, οι οποίοι διαμαρτύρονται, εδώ και δύο μήνες, για το προεδρικό διάταγμα 85/22 που τους συμπεριλαμβάνει.
Στη νέα μισθολογική κλίμακα, που θα διαθέτει 19 μισθολογικά κλιμάκια, θα ενταχθούν όλοι οι απόφοιτοι δραματικών σχολών και σχολών χορού, καθώς και αρρύθμιστες μέχρι σήμερα ειδικότητες θεάτρου, χορού και κινηματογράφου που εργάζονται ή θα εργαστούν στο μέλλον στο δημόσιο και σε Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης (ΟΤΑ) παρέχοντας καλλιτεχνικό και εκπαιδευτικό έργο.
Ο βασικός μισθός για τους παραπάνω εργαζόμενους ορίζεται στο επίπεδο αυτών της Τεχνολογικής Εκπαίδευσης (ΤΕ) και ανέρχεται σε €1.037 με δυνατότητα μισθολογικής εξέλιξης.
H Κοινή Υπουργική Απόφαση προβλέπει, μεταξύ άλλων, διαμόρφωση ειδικής μισθολογικής κλίμακας Καλλιτεχνικού Έργου (ΚΕ) με 19 μισθολογικά κλιμάκια (ΜΚ) και τον μηνιαίο βασικό μισθό του ΜΚ1 να ορίζεται σε €1037, με δυνατότητα μισθολογικής εξέλιξης.
Επιπλέον, προβλέπεται ένταξη σε αυτήν αρρύθμιστων ειδικοτήτων θεάτρου, χορού και κινηματογράφου, καθώς και συναφών εκπαιδευτικών ειδικοτήτων, κάτι που θα θεραπεύσει χρόνια προβλήματα στον τρόπο αμοιβής σε καλλιτεχνικές-εκπαιδευτικές θέσεις, ιδίως σε ΟΤΑ -υπενθυμίζεται ότι η ρύθμιση δεν αφορά θέσεις που προκηρύσσει το Υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων, καθώς ακολουθείται γι’ αυτές διακριτό προσοντολόγιο.
Παράλληλα, εξασφαλίζεται η ισότιμη μισθολογική αντιμετώπιση όλων των αποφοίτων δραματικών σχολών και σχολών χορού, ανεξάρτητα από το έτος αποφοίτησής τους ενώ μέχρι σήμερα εργαζόμενοι με τα ίδια προσόντα αμοίβονταν διαφορετικά με βάση το εάν είχαν αποφοιτήσει πριν ή μετά το 2003, οπότε καταργήθηκαν τα ΤΕΙ.
Σύμφωνα με τη σχετική ανακοίνωση του υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού, με τη νέα αυτή ρύθμιση αντιμετωπίζεται η μισθολογική ανισότητα που προέκυψε το 2017, όταν εξισώθηκαν επαγγελματικά και μισθολογικά με τους εργαζόμενους της Τεχνολογικής Εκπαίδευσης μόνον οι καλλιτέχνες που είχαν αποφοιτήσει έως το 2003, όταν και καταργήθηκαν τα ΤΕΙ.
«Η ρύθμιση αυτή έρχεται να προστεθεί στο πλέγμα ευρύτερων πρωτοβουλιών που έχει αναλάβει η Κυβέρνηση για τη διαμόρφωση, για πρώτη φορά, ενός εθνικού πλαισίου εκπαίδευσης στις παραστατικές τέχνες και την αναβάθμιση των σπουδών στο πεδίο αυτό, μέσα από την ίδρυση πανεπιστημιακού επιπέδου Σχολής Παραστατικών Τεχνών, με χρονικό ορίζοντα το 2025, τη διαβάθμιση όσων σχολών παραμένουν αδιαβάθμητες, και τη διαπερατότητα των σπουδών στις παραστατικές τέχνες με την πρόβλεψη ακαδημαϊκών διαδρόμων για αποφοίτους σχολών παραστατικών σχολών που επιθυμούν να συνεχίσουν τις σπουδές τους» αναφέρει η ανακοίνωση.
Τα σωματεία των καλλιτεχνών αναμένουν το πλήρες κείμενο της ΚΥΑ προκειμένου να το επεξεργαστούν με τους νομικούς τους συμβούλους και να αποφασίσουν, αν τους καλύπτει έτσι ώστε να σταματήσουν τις κινητοποιήσεις τους.
Αναλυτικά η ανακοίνωση του υπουργείου Πολιτισμού
Ρύθμιση για την θεραπεία χρόνιων μισθολογικών ανισοτήτων και στρεβλώσεων που αντιμετωπίζουν καλλιτέχνες που απασχολούνται στο Δημόσιο
Σε συνέχεια της συνάντησης που πραγματοποιήθηκε στις 15 Φεβρουαρίου, μεταξύ του Πρωθυπουργού και εκπροσώπων καλλιτεχνών και σπουδαστών παραστατικών τεχνών, η κυβέρνηση προχωρά στη θεραπεία της μακροχρόνιας στρέβλωσης που προϋπήρχε του ΠΔ85/2022 και εντάθηκε κατά τη θητεία της προηγούμενης κυβέρνησης, αίροντας τη χρόνια μισθολογική διχοτόμηση των αποφοίτων σχολών παραστατικών τεχνών στο Δημόσιο.
Σε αυτό το πλαίσιο, τα συναρμόδια Υπουργεία Οικονομικών, Εσωτερικών και Πολιτισμού και Αθλητισμού διαμόρφωσαν σχέδιο ΚΥΑ, που αφορά στο μισθολογικό καθεστώς των αποφοίτων δραματικών σχολών και σχολών χορού στο Δημόσιο ανεξαρτήτως του έτους αποφοίτησης (προ ή μετά του 2003), και η οποία καθιερώνει έναν ορθολογικό και ισότιμο τρόπο αμοιβής, τόσο εκείνων που παρέχουν καλλιτεχνικό έργο, όσο και εκείνων που παρέχουν συναφές έργο, όπως το καλλιτεχνικό-εκπαιδευτικό.
Βασικά σημεία της προτεινόμενης ΚΥΑ είναι:
• Η διαμόρφωση ειδικής μισθολογικής κλίμακας Καλλιτεχνικού Έργου (ΚΕ) με 19 μισθολογικά κλιμάκια (ΜΚ). Ο μηνιαίος βασικός μισθός του ΜΚ1 ορίζεται σε €1037, με δυνατότητα μισθολογικής εξέλιξης.
• H ένταξη σε αυτήν αρρύθμιστων ειδικοτήτων θεάτρου, χορού και κινηματογράφου, καθώς και συναφών εκπαιδευτικών ειδικοτήτων, κάτι που θα θεραπεύσει χρόνια προβλήματα στον τρόπο αμοιβής σε καλλιτεχνικές-εκπαιδευτικές θέσεις, ιδίως σε ΟΤΑ. (Υπενθυμίζεται ότι η ρύθμιση δεν αφορά θέσεις που προκηρύσσει το Υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων καθώς ακολουθείται για αυτές διακριτό προσοντολόγιο.)
• Η ισότιμη μισθολογική αντιμετώπιση όλων των αποφοίτων δραματικών σχολών και σχολών χορού, ανεξάρτητα από το έτος αποφοίτησής τους. Ικανοποιείται έτσι ένα διαχρονικό αίτημα του κλάδου, λύνεται ένας γόρδιος δεσμός εικοσαετίας, διορθώνεται η στρέβλωση που παγιώθηκε το 2017 με τη διάταξη του ΣΥΡΙΖΑ.
Η προτεινόμενη ρύθμιση αντιμετωπίζει παθογένειες που ταλανίζουν τον κλάδο από το 2003 και αποτελεί έμπρακτη ηθική και ουσιαστική αναγνώριση του έργου των καλλιτεχνών που εργάζονται στον δημόσιο τομέα. Μετά από δύο δεκαετίες, η σημερινή Κυβέρνηση δίνει λύση σε ακόμη ένα πρόβλημα των εργαζομένων στον πολιτισμό.
Η ρύθμιση αυτή έρχεται να προστεθεί στο πλέγμα ευρύτερων πρωτοβουλιών που έχει αναλάβει η Κυβέρνηση για τη διαμόρφωση για πρώτη φορά ενός εθνικού πλαισίου εκπαίδευσης στις παραστατικές τέχνες και την αναβάθμιση των σπουδών στο πεδίο αυτό, μέσα από την ίδρυση πανεπιστημιακού επιπέδου Σχολής Παραστατικών Τεχνών το 2025, τη διαβάθμιση όσων σχολών παραμένουν αδιαβάθμητες, και τη διαπερατότητα των σπουδών στις παραστατικές τέχνες με την πρόβλεψη ακαδημαϊκών διαδρόμων για αποφοίτους σχολών παραστατικών σχολών που επιθυμούν να συνεχίσουν τις σπουδές τους.