Τα πράγματα με την πιθανολογούμενη «κυβέρνηση των δευτερότριτων με την ευγενική συμμετοχή τεταρτοπέμπτων» (όλων των ηττημένων στις εκλογές της 21ης Μαΐου δηλαδή) είναι απλά: όλα όσα τώρα, πριν τις εκλογές λέγονται, θα έχουν μηδενική αξία μετά από αυτές (ανάλογα με το συνολικό ποσοστό και τις αντίστοιχες έδρες των κομμάτων), αν από την πρόσθεση των πλέον «συγγενών» από αυτές προκύπτει μια, έστω και όπως νάναι, κυβέρνηση!
ΤΟΥ ΧΡΗΣΤΟΥ ΥΦΑΝΤΗ
Αν αυτός ο αριθμητικός όρος ικανοποιείται, οι πολιτικές προϋποθέσεις θα βρεθούν, θα βοηθήσουν σε αυτό ντόπιοι επιχειρηματίες, ξένες χώρες (ακόμη και γειτονικές), προσωπικές φιλοδοξίες και κομματικές ανησυχίες για το αποτέλεσμα μιας δεύτερης συνεχόμενης εκλογικής αναμέτρησης, άρα υπάρχει όλο το πρόσφορο έδαφος για να αναπτυχθούν και να ευδοκιμήσουν «πονηρές σκέψεις», που εύκολα μπορούν να οδηγήσουν σε «πονηρές συνεργασίες» στις πλάτες μιας χώρας.
Το πολιτικό υπόβαθρο για τέτοιες συνεργασίες υπάρχει: είναι η σαφής και γενικευμένη εναντίωση όλων αυτών που θα περιοριστούν στις θέσεις από το 2 και κάτω απέναντι στον Κυριάκο Μητσοτάκη και σε όλα εκείνα που η πολιτική της σημερινής κυβέρνησης φιλοδόξησε να «μεταλαμπαδεύσει» (όπως λέει και μια τηλεοπτική περσόνα στη διαφήμιση των προϊόντων της) στην κοινωνία με όραμα την Ελλάδα του 2030.
Το κοινό μίσος απέναντι στον «μητσοτακισμό» (έτσι περιγράφεται απαξιωτικά ο εν εξελίξει πολιτικός και κοινωνικός εκσυγχρονισμός) όλων των αντιπολιτευόμενων καθόλου δεν πρέπει να υποτιμάται. Αντίθετα συνιστά ένα βασικό αναλυτικό εργαλείο της πολιτικής κατάστασης, των εκλογικών προοπτικών και των μετεκλογικών πιθανών συνεργασιών, τροφοδοτεί την πολιτική αντιπαράθεση με το απαραίτητο συναίσθημα, ισχυροποιεί τις αντιπολιτευόμενες φωνές καθώς επενδύει σε ιστορικά «αντί» αντανακλαστικά παλαιάς μεν, εξακολουθητικά ισχυρής δε κοπής και – το σημαντικότερο όλων- αντικαθιστά με σχετική επιτυχία την απουσία πολιτικού λόγου από την αντιπολίτευση και την τρομακτική προγραμματική της ένδεια.
Στην ουσία «ο αντί-μητσοτακισμός» είναι το καταφύγιο όλων των πολιτικών αθυρμάτων αριστερής και ακροδεξιάς κοπής. Στην εκφώνηση του διαπλέκονται και προσμετρώνται οι επιστολές του Ιησού και τα πωλούμενα από καραφλό καταπλάσματα για την φαλάκρα με τα ιερά βιβλία των αρχαϊκών μαρξικών φαντασιώσεων, με την αριστερά των πλατειών, των δρόμων και του Κουφοντίνα και την επιτηδευμένη κοινωνική ευαισθησία της σοσιαλδημοκρατίας. Όλοι ομού κι αντάμα υπάρχουν και επιβιώνουν χάρις σε αυτό το κατασκευασμένο ιστορικά «οικογενειακό» μίσος, στηριγμένο σε απολύτως ψευδείς αναφορές άλλων εποχών και σε μύθους που καλλιέργησε για ίδιον όφελος η δήθεν δημοκρατική παράταξη της προδικτατορικής περιόδου υπό την ιδεολογική ηγεμονία της νεοκομμουνιστικής αριστεράς.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης «ενισχύει» με την πολιτική και γενικότερη παρουσία του από την ημέρα που εκλέχτηκε στην ηγεσία της Νέας Δημοκρατίας έως και σήμερα αυτή την «συνεργασία μίσους», επειδή, εκτός των άλλων, πέτυχε να απομυθοποιήσει πολιτικά τον βασικό συνεκτικό παράγοντα αυτής της συμμαχίας των δευτερότριτων», δηλαδή να ακυρώσει τον εγγενή «αντί-μητσοτακισμό», όπως στο πρόσωπο του πατέρα του είχε ιστορικά διαμορφωθεί.
Η κατάργηση στην πράξη, με την σύγχρονη και σχεδιασμένη πολιτική συμπεριφορά του Κυριάκου Μητσοτάκη, του ιστορικού «αντί-μητσοτακισμού» υλοποιήθηκε στο πασίγνωστο και εξαιρετικά ενεργητικό «αντί-ΣΥΡΙΖΑ μέτωπο», η πολιτική και εκλογική συμπεριφορά του οποίου απέδειξε πως τα παλιά τείχη δεν είναι ικανά να συγκρατήσουν την πρόοδο, οι παλιές δοξασίες έχουν θέση στο χρονοντούλαπο της ιστορίας, οι κοινωνίες υπάρχουν όταν εξελίσσονται και ότι η πολιτική όταν αντιμετωπίζει την ιδεολογία κερδίζει πάντα επειδή είναι το μόνο μετρήσιμο μέγεθος. Αρκεί να βρεθεί κάποιος να παράξει την πολιτική που έχει ανάγκη ο τόπος!
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης αυτό ακριβώς έκανε, παρήγαγε αυτή την πολιτική! Για το λόγο αυτό δεν είναι απλώς ο βασικότερος πολιτικός αντίπαλος όλων των μορφωμάτων της αντιπολίτευσης σε μια χώρα με ιστορικά ακροαριστερή συμπεριφορά και παράδοση. Είναι ο απόλυτος αντίπαλος, αυτός που η παρουσία του από τη μια διαπερνά οριζόντια και από την άλλη συσπειρώνει όλους τους απέναντι.
Στη διαδρομή του ως πρωθυπουργός κατάφερε, με την πολιτική του συμπεριφορά και την αποδεδειγμένη, εντός και εκτός Ελλάδος, κυβερνησιμότητά του, να γίνει το βασικό σημείο αναφοράς για το πέρασμα της ελληνικής κοινωνίας από την εποχή των αριστερών ιδεολογικών παγετώνων σε αυτή της τεχνητής νοημοσύνης, ανατρέποντας και καταστρέφοντας σε αυτή τη διαδρομή όλη την κυρίαρχη αριστερή μυθολογία για τη χώρα-ψωροκώσταινα, όπως αυτή διαμορφώθηκε στα πρώιμα μετεμφυλιακά χρόνια και διατηρήθηκε έως και την εποχή των μνημονίων.
Το μεγάλο «έγκλημα» του Κυριάκου Μητσοτάκη είναι ότι αποκάλυψε με κάθε δυνατό τρόπο πως οι αριστερές λαϊκίστικες παραμυθίες κάθε απόχρωσης και οι ακροδεξιές εθνικοπατριωτικές πομφόλυγες συγκροτούν, αντικειμενικά, ένα κοινό πεδίο στάσεων, συμπεριφορών και νοοτροπίας, ευθύνονται για όλες τις κοινωνικές και οικονομικές υστερήσεις και μια πιθανή μετεκλογική τους συνεργασία θα οδηγήσει τη χώρα στην ολοκληρωτική καταστροφή.
Από τη σχέση αυτή προκύπτει και το βασικό εκλογικό δίλημμα της 21ης Μαΐου: Μητσοτάκης ή ό,τι κάτσει;
Σκληρός ο χαρακτήρας του διλήμματος, μεταξύ μας «τι να κάνουμε, αυτή είναι η ζωή», αλλά αυτό είναι, δεν υπάρχει άλλο, προκύπτει από τα πράγματα και όχι από φαντασιακές προσεγγίσεις και τίθεται αντικειμενικά ενώπιον των πολιτών, που καλούνται να αποφασίσουν, γνωρίζοντας από την περίοδο 2015-2019 πως μετά την απομάκρυνση εκ του ταμείου ουδέν λάθος αναγνωρίζεται!!!