Διάχυτη είναι η αισιοδοξία για την πορεία της ελληνικής οικονομίας μετά την αναβάθμιση της χώρας από τη Standard & Poor’s.
Την Παρασκευή ο διεθνής οίκος έδωσε την επενδυτική βαθμίδα στην Ελλάδα, αναβαθμίζοντάς την από BB+ με θετική προοπτική σε BBB- με σταθερή προοπτική. Διεθνή Μέσα μετέδωσαν την είδηση, χαρακτηρίζοντάς την ως σφραγίδα έγκρισης της οικονομικής ατζέντας του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη και αποκατάσταση της αξιοπιστίας της Ελλάδας στα μάτια των επενδυτών.
Μητσοτάκης για επενδυτική βαθμίδα: Επίτευγμα του λαού μας και επιβράβευση του κυβερνητικού σχεδίου -Συνεχίζουμε
Διεθνή ΜΜΕ για την επενδυτική βαθμίδα από την S&P: Σφραγίδα έγκρισης της οικονομικής ατζέντας, νέα ψήφος εμπιστοσύνης
Η Wall Street Journal, σε άρθρο της, μιλάει για το μεγάλο οικονομικό comeback της Ελλάδας. «Το πρώην καμένο χαρτί της Ευρώπης μετατρέπεται σε δημοσιονομικό πρότυπο με μεταρρυθμίσεις της ελεύθερης αγοράς», αναφέρει.
Η WSJ περιγράφει ότι πριν από περίπου δέκα χρόνια «η Ελλάδα φαινόταν ότι δεν θα μπορούσε ποτέ να ανακάμψει από τα οικονομικά και πολιτικά της τραύματα. Την Παρασκευή κέρδισε και πάλι την επενδυτική πιστοληπτική της αξιολόγηση από τη Standard & Poor’s».
Η αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητάς της στην επενδυτική βαθμίδα από τη Standard & Poor’s μπορεί να εκπληρώνει έναν στόχο που έθεσε ο πρωθυπουργός, αλλά δεν αποτυπώνει πλήρως την έκταση του μετασχηματισμού που επέφερε ο Κυριάκος Μητσοτάκης στην Ελλάδα, προσθέτει.
Όπως εξηγεί η Wall Street Journal, η S&P Global επικαλέστηκε τη «σημαντική δημοσιονομική εξυγίανση» και την εκλογική «εντολή για συνέχιση της πολιτικής» του καλοκαιριού ώστε να δικαιολογήσει την απόφασή της για αναβάθμιση. Η αναβάθμιση αυτή, «όπως συμβαίνει συχνά με τις αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας, έρχεται καθυστερημένα και για λάθος λόγους».
Η WSJ συνεχίζει γράφοντας: «Η Αθήνα έπρεπε να θέσει υπό έλεγχο τα δημόσια οικονομικά της, καθώς οι υπερβολές στις αρχές της δεκαετίας του 2000 οδήγησαν στην κρίση χρέους που ξεκίνησε το 2009. Αλλά, εάν ένας ισοσκελισμένος προϋπολογισμός ήταν το μόνο που απαιτούνταν για να μπει η Ελλάδα στην επενδυτική βαθμίδα, η αναβάθμιση θα είχε γίνει νωρίτερα. Η Ελλάδα συμφώνησε σε τρία ξεχωριστά πακέτα διάσωσης από τους Ευρωπαίους ομολόγους της μεταξύ του 2010 και του 2015, τα οποία περιλάμβαναν τιμωρητικούς δημοσιονομικούς όρους».
Όπως γράφει, οι όροι δεν τηρήθηκαν ποτέ, καθώς ούτε τα πακέτα διάσωσης ούτε οι Έλληνες πολιτικοί εφάρμοσαν μια αναπτυξιακή ατζέντα.
WSJ: Η καινοτομία του Κυριάκου Μητσοτάκη
Το άρθρο αναφέρει ότι η οργή των ψηφοφόρων για τα δύο πρώτα προγράμματα διάσωσης οδήγησε στην εκλογή του Αλέξη Τσίπρα. «Ο κ. Τσίπρας παραλίγο να τινάξει την Ευρωζώνη στον αέρα, αρνούμενος να τηρήσει τους όρους διάσωσης και φτάνοντας στο σημείο να διοργανώσει ένα αποτυχημένο δημοψήφισμα για την παραμονή στο ευρώ, πριν απομακρυνθεί από το χείλος του γκρεμού. Στη συνέχεια υπέγραψε μια συμφωνία διάσωσης με τους δικούς της δημοσιονομικούς περιορισμούς», επισημαίνει.
Η WSJ σχολιάζει ότι «η καινοτομία του κ. Μητσοτάκη, από τότε που ανέτρεψε τον κ. Τσίπρα και επανέφερε τη ΝΔ στην εξουσία το 2019, ήταν ότι επικεντρώθηκε στην οικονομική ανάπτυξη. Μείωσε τον φορολογικό συντελεστή για τις επιχειρήσεις στο 22% από 29%, εργάστηκε για τον εξορθολογισμό των κρατικών λειτουργιών και τώρα προωθεί τις ιδιωτικοποιήσεις».
Όπως επισημαίνει, η «αισιοδοξία αυτή εξηγεί γιατί η οικονομία αναμένεται να αναπτυχθεί φέτος κατά περίπου 2,5%, η S&P εκτιμά ότι το δημόσιο χρέος θα μειωθεί στο 146% του ΑΕΠ από 189% το 2020, και οι επενδύσεις πέφτουν βροχή, σημειώνει η WSJ, θυμίζοντας ότι όλα αυτά συνέβησαν παρά την πανδημία, τη μεταναστευτική κρίση και πολλές φυσικές καταστροφές. Εξηγεί, επίσης, γιατί ο κ. Μητσοτάκης κέρδισε την επανεκλογή του με άνεση αυτό το καλοκαίρι».
Η WSJ, πάντως, υπογραμμίζει ότι υπάρχουν ακόμη προκλήσεις για την ελληνική οικονομία, η οποία εξαρτάται υπερβολικά από τον τουρισμό, ενώ τονίζει πως χρειάζονται σημαντικές ρυθμιστικές μεταρρυθμίσεις για να γίνει πιο δυναμική.
«Όμως, ο κ. Μητσοτάκης έχει καταλάβει ότι μια ατζέντα οικονομικής ανάπτυξης αποτελεί το βασικό συστατικό ώστε να εξασφαλίσει την υποστήριξη για αυτές τις μεταρρυθμίσεις – και για τη δημοσιονομική ισορροπία. Αυτό είναι ένα μάθημα που η υπόλοιπη Ευρώπη -και η Αμερική- θα μπορούσε να μάθει από από το πρώην προβληματικό παιδί της ηπείρου», καταλήγει η WSJ.