Ανοίγει η πλατφόρμα, που θα δέχεται τις αιτήσεις δανειοληπτών που πλήττονται από τον κορονοϊό και έχουν δάνεια συνδεδεμένα με την πρώτη κατοικία, προκειμένου να λάβουν την επιδότηση των δόσεων των δανείων τους για 9 μήνες.
Στο πρόγραμμα “ΓΕΦΥΡΑ”, θα μπορούν να ενταχθούν επαγγελματίες που παρουσίασαν μείωση της εμπορικής δραστηριότητας τους και όσοι ανήκουν σε πληγέντες από την πανδημία κλάδους, δικαιούχοι της επιστρεπτέας προκαταβολής, ιδιοκτήτες ακινήτων, φυσικά πρόσωπα με μείωση του μισθού τους και άνεργοι που λαμβάνουν έκτακτη ενίσχυση. Δηλαδή 300.000 δανειολήπτες στεγαστικών δανείων, θα μπορούν να ενταχθούν στο πρόγραμμα και να υποβάλουν την αίτηση τους στην ειδική ηλεκτρονική πλατφόρμα της Ειδικής Γραμματείας Διαχείρισης του Ιδιωτικού Χρέους. Το Δημόσιο θα συνεισφέρει, για χρονικό διάστημα, που δεν θα υπερβαίνει τους 9 μήνες, από την ημερομηνία έγκρισης της αίτησης, στις δόσεις για την αποπληρωμή των πάσης φύσεως δανείων φυσικών ή νομικών προσώπων προς χρηματοδοτικούς φορείς που εξασφαλίζονται με εμπράγματη ασφάλεια στην κύρια κατοικία του οφειλέτη. Η επιδότηση θα κυμαίνεται από 300 έως 600 ευρώ τον μήνα, ανάλογα με το αν το δάνειο εξυπηρετείται κανονικά, αν παρουσιάζει καθυστέρηση ή έχει καταγγελθεί.
Οι δικαιούχοι
Στο νέο πρόγραμμα γέφυρα λοιπόν μπορούν να ενταχθούν φυσικά πρόσωπα, που έχουν, είτε τα ίδια, είτε ο σύζυγος, ή εξαρτώμενο μέλος αποδεδειγμένα πληγεί και για τον λόγο αυτό ενταχθεί στα ληφθέντα μέτρα στο πλαίσιο του κορονοϊού COVID-19. Πληγέντες θεωρούνται:
α) εργαζόμενοι του ιδιωτικού τομέα, στους οποίους παρασχέθηκε οικονομική ενίσχυση, ή των οποίων ο μέσος μικτός μηνιαίος μισθός, των μηνών Μαρτίου και Απριλίου του 2020, παρουσίασε μείωση, σε σχέση με τον αντίστοιχο των μηνών Ιανουαρίου και Φεβρουαρίου του 2020, σύμφωνα με την ακόλουθη κλίμακα:
αα) για ποσά έως 1.000 ευρώ, μείωση ίση ή μεγαλύτερη του 10%
αβ) για ποσά 1.000,01 έως 2.000 ευρώ, μείωση ίση ή μεγαλύτερη του 20%.
αγ) για ποσά μεγαλύτερα των 2.000 ευρώ, μείωση ίση ή μεγαλύτερη του 30%,
όπως οι αποδοχές των υποπερ. αα) ως αγ) δηλώνονται στους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης από τον εργοδότη.
β) ελεύθεροι επαγγελματίες ή φυσικά πρόσωπα που ασκούν ατομική επιχειρηματική δραστηριότητα, στους οποίους παρασχέθηκε οικονομική ενίσχυση, ή των οποίων τα έσοδα του δευτέρου τριμήνου του 2020 παρουσίασαν μείωση ίση ή μεγαλύτερη του 20%, σε σχέση με το αντίστοιχο τρίμηνο του έτους 2019, όπως αυτό προκύπτει από τις περιοδικές δηλώσεις Φ.Π.Α.
γ) άνεργοι ή μακροχρόνια άνεργοι, στους οποίους παρασχέθηκε οικονομική ενίσχυση.
δ) φυσικά πρόσωπα, ιδιοκτήτες ακινήτων, οι οποίοι έλαβαν μειωμένο μίσθωμα.
ε) εταίροι προσωπικών ή κεφαλαιουχικών εταιριών, των οποίων η λειτουργία έχει ανασταλεί υποχρεωτικά ή έχουν λάβει ενίσχυση, και σύμφωνα με τα στοιχεία που προκύπτουν από τα τηρούμενα στοιχεία της φορολογικής διοίκησης.
στ) δικαιούχοι που έλαβαν ενίσχυση με τη μορφή της επιστρεπτέας προκαταβολής, και οι οποίοι αποδεδειγμένα έχουν παρουσιάσει μείωση εισοδημάτων λόγω των συνεπειών της πανδημίας.
Ποια είναι τα κριτήρια
1. Για τα εξυπηρετούμενα ή δάνεια που παρουσίαζαν καθυστέρηση 90 ημέρες στις 29.2.2020 επιδοτείται η μηνιαία δόση σε ποσοστό 90% κατά το πρώτο τρίμηνο, κατά 80% το δεύτερο τρίμηνο και κατά 70% το τρίτο τρίμηνο.
Οι προϋποθέσεις, δηλαδή τα κριτήρια επιλεξιμότητας, είναι:
η αξία της κύριας κατοικίας τους να μην ξεπερνά τις 300.000 ευρώ
το υπόλοιπο του δανείου να μην ξεπερνά τις 300.000 ευρώ ανά τράπεζα
το οικογενειακό εισόδημα να μην ξεπερνά τις 57.000 ευρώ
οι καταθέσεις να μην ξεπερνούν τις 40.000 ευρώ
η συνολική ακίνητη περιουσία να μην ξεπερνά τις 600.000 ευρώ
Τα μεταφορικά μέσα του αιτούντος, που αποκτήθηκαν εντός της τελευταίας τριετίας για ιδιωτική χρήση, να έχουν συνολική αξία που δεν υπερβαίνει τις 80.000 ευρώ.
Για τα δάνεια της κατηγορίας αυτής, το ανώτατο μηνιαίο όριο επιδότησης μπορεί να φτάσει τα 600 ευρώ.
2. Για τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια, που συμπεριλαμβάνονται και τα δάνεια που ρυθμίστηκαν πρόσφατα επιδοτείται η μηνιαία δόση σε ποσοστό 80% κατά το πρώτο τρίμηνο, κατά 70% το δεύτερο τρίμηνο και κατά 60% το τρίτο τρίμηνο.
Οι προϋποθέσεις, δηλαδή τα κριτήρια επιλεξιμότητας, είναι διευρυμένα έναντι του προγράμματος της προηγούμενης Κυβέρνησης:
η αξία της κύριας κατοικίας τους να μην ξεπερνά τις 250.000 ευρώ
το υπόλοιπο του δανείου να μην ξεπερνά τις 250.000 ευρώ
το οικογενειακό εισόδημα να μην ξεπερνά τις 45.000 ευρώ
οι καταθέσεις να μην ξεπερνούν τις 25.000 ευρώ
η συνολική ακίνητη περιουσία να μην ξεπερνά τις 500.000 ευρώ
Τα μεταφορικά μέσα του αιτούντος, που αποκτήθηκαν εντός της τελευταίας τριετίας για ιδιωτική χρήση, να έχουν συνολική αξία που δεν υπερβαίνει τις 80.000 ευρώ.
Για τα δάνεια της κατηγορίας αυτής, το ανώτατο μηνιαίο όριο επιδότησης μπορεί να φτάσει τα 500 ευρώ.
3. Για τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια που έχουν ήδη καταγγελθεί και οδηγούνται σε πλειστηριασμό, με σκοπό να αποτραπεί αυτός επιδοτείται η μηνιαία δόση σε ποσοστό 60% κατά το πρώτο τρίμηνο, κατά 50% το δεύτερο τρίμηνο και κατά 30% το τρίτο τρίμηνο.
Για τα δάνεια της κατηγορίας αυτής, το ανώτατο μηνιαίο όριο επιδότησης μπορεί να φτάσει τα 300 ευρώ και οι προϋποθέσεις ένταξης είναι οι εξής:
η αξία της κύριας κατοικίας τους να μην ξεπερνά τις 200.000 ευρώ
το υπόλοιπο του δανείου να μην ξεπερνά τις 130.000 ευρώ
το οικογενειακό εισόδημα να μην ξεπερνά τις 36.000 ευρώ
οι καταθέσεις να μην ξεπερνούν τις 15.000 ευρώ
η συνολική ακίνητη περιουσία να μην ξεπερνά τις 280.000 ευρώ.
Τα μεταφορικά μέσα του αιτούντος, που αποκτήθηκαν εντός της τελευταίας τριετίας για ιδιωτική χρήση, να έχουν συνολική αξία που δεν υπερβαίνει τις 80.000 ευρώ.
Σε περίπτωση ύπαρξης συνοφειλέτη ή εγγυητή για τα δάνεια της συγκεκριμένης κατηγορίας, ο καθένας από αυτούς πρέπει να πληροί τα ακόλουθα κριτήρια επιλεξιμότητας:
Το ατομικό του εισόδημά να μην υπερβαίνει τις 12.500 ευρώ, η ακίνητη περιουσία του να έχει συνολική αξία που δεν υπερβαίνει τις 280.000 ευρώ, και να θεωρείται πληγείς.
Πως θα λάβουν οι δικαιούχοι την επιδότηση του Δημοσίου
Η συνεισφορά του Δημοσίου στις καταβαλλόμενες δόσεις, αφενός αποβλέπει στη διασφάλιση της προστασίας της κύριας κατοικίας των δανειοληπτών που έχουν πληγεί από τις συνέπειες του κορονοϊού, αφετέρου ενθαρρύνει τα πιστωτικά ιδρύματα στην πρόταση βιώσιμων ρυθμίσεων των επιλέξιμων οφειλών, σύμφωνων με τα οικονομικά δεδομένα του οφειλέτη, αφού μειώνεται σημαντικά ο κίνδυνος αθέτησης. Η συνεισφορά καταβάλλεται σε μηνιαία βάση σε ειδικό και ακατάσχετο λογαριασμό εξυπηρέτησης οφειλών που έχει αποσταλεί στην ηλεκτρονική πλατφόρμα, ο οποίος πιστώνεται μόνο από το Δημόσιο με το ποσό της συνεισφοράς και χρεώνεται μόνο για την πίστωση του λογαριασμού του δανείου, εξασφαλίζοντας με τον τρόπο αυτό το ακατάσχετο της συνεισφοράς, τόσο εις χείρας του Δημοσίου όσο και εις χείρας του πιστωτικού ιδρύματος, σε λογαριασμό του οποίου η συνεισφορά κατατίθεται, καθώς και το ανεπίδεκτο συμψηφισμού της συνεισφοράς.
Σε περίπτωση διαπίστωσης ότι ο οφειλέτης δεν πληροί τις νόμιμες προϋποθέσεως χορήγησης της καταβαλλόμενης συνεισφοράς δημοσίου, διακόπτεται η συνεισφορά, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο οικείο άρθρο παρόντος.
Από την πλευρά του ο οφειλέτης πρέπει να καταβάλλει εμπρόθεσμα το ποσό της οφειλής που βαρύνει τον ίδιο και να παρέχει πρόσβαση στα στοιχεία από τα οποία αποδεικνύεται η επιλεξιμότητά του, καθώς και σε κάθε πληροφορία που θα του ζητηθεί, έτσι ώστε να είναι δυνατός και ο εκ των υστέρων έλεγχος των στοιχείων της αίτησής του από το Δημόσιο. Επίσης τίθεται ως όριο για την εμπρόθεσμη και προσήκουσα καταβολή, προκειμένου να μην κινδυνεύσουν οι οφειλέτες με απώλεια της συνεισφοράς του Δημοσίου, σε περίπτωση καθυστέρησης καταβολής μικροποσών, το ποσό των 150 ευρώ.
Τι προβλέπεται για τους στρατηγικούς κακοπληρωτές
Προς αποτροπή της κατάχρησης της επιδότησης του Δημοσίου από στρατηγικούς κακοπληρωτές, μετά την ολοκλήρωση της καταβολής της συνεισφοράς, ο οφειλέτης θα πρέπει να καταβάλλει προσηκόντως τις δόσεις της οφειλής του, κατά το χρόνο που είναι καταβλητέες, καθ’ όλη τη διάρκεια παρακολούθησης μετά τη λήξη της επιδότησης. Το χρονικό διάστημα παρακολούθησης κυμαίνεται από 6 έως 18μήνες, ανάλογα με την κατηγορία του υπαγόμενου στη ρύθμιση δανείου.
Έτσι, για τα εξυπηρετούμενα δάνεια, ή αυτά που παρουσιάζουν καθυστέρηση μικρότερη των 90 ημερών την 29η.2.2020, η διάρκεια παρακολούθησης είναι 6 μήνες, για τα δάνεια που παρουσιάζουν καθυστέρηση για διάστημα άνω των 90 ημερών την 29η.2.2020, η διάρκεια παρακολούθησης είναι 12 μήνες και για τα καταγγελμένα δάνεια είναι 18 μήνες.
Σε περίπτωση μη τήρησης των υποχρεώσεων, ο οφειλέτης εκπίπτει από τη συνεισφορά του Δημοσίου, αυτή διακόπτεται για το μέλλον και ποσά που έχουν καταβληθεί, αναζητούνται. Ειδικά δε, για την περίπτωση που ο οφειλέτης υπάρξει ασυνεπής κατά την περίοδο παρακολούθησης μετά το πέρας της συνεισφοράς του Δημοσίου, ορίζεται ότι η έκπτωση επέρχεται αναδρομικά και το ποσό της συνεισφοράς αναζητείται στο σύνολό του.