ΒΩΜΟΛΟΧΙΕΣ ΚΑΙ ΓΥΜΝΟ
Χαμός έγινε το περασμένο Σαββατοκύριακο στο Αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου με την παράσταση Λυσιστράτη.
Την παράσταση παρακολούθησαν την Παρασκευή και το Σάββατο 15.000 θεατές, ωστόσο, οι γυμνές εμφανίσεις των πρωταγωνιστριών έβαλαν …φωτιά στις κερκίδες.
Η Κατερίνα Ι. Ανέστη αναφέρει χαρακτηριστικά στο protagon.gr: «Παφλασμούς άφησε πίσω της η Λυσιστράτη που σκηνοθέτησε ο Μιχαήλ Μαρμαρινός για το Εθνικό Θέατρο και ανέβηκε την Παρασκευή στην Επίδαυρο. Με τόσο δυνατά γέλια που αναρωτιόσουν αν όντως βρίσκεσαι στην Επίδαυρο, με τη λέξη ψ…ή να γίνεται «τσίχλα», τις γυναίκες να βυθίζονται σε όλα τα βάθη του λυρικού αλλά και του ιλαρού.
Πασίγνωστος ηθοποιός κατέβαινε τις σκάλες του μετρό στο Σύνταγμα με έναν φαλλό στο χέρι!
Λίγα λεπτά πριν αρχίσει η παράσταση, ο διευθυντής του Εθνικού Θεάτρου Στάθης Λιβαθινός, από τη δεύτερη σειρά γύριζε το κεφάλι πίσω, κοιτούσε ψηλά και χαμογελούσε ικανοποιημένος: το θέατρο σχεδόν γεμάτο (6.500 θεατές στην πρεμιέρα). Δεν ξέρω αν περίμενε αυτό που θα ακολουθούσε, τις ριπές δυνατού, ξεκαρδιστικού, απελευθερωτικού γέλιου, τους δεκάδες θεατές που άρον άρον μάζεψαν τα παιδιά τους και έφυγαν, τα συνοφρυωμένα πρόσωπα και την άκαμπτη πλάτη γνωστών, μεγαλύτερης ηλικίας καλλιτεχνών όσο εξελισσόταν η παράσταση.
Οι γυναίκες –ρόλοι και χορός μαζί- μπήκαν στη σκηνή… Ολόγυμνες, τα σώματά τους εκτεθειμένα στους χιλιάδες θεατές κάτω από διαφάνειες. Οι γυναίκες που θα σταματήσουν τον πόλεμο, ανοχύρωτες και μαζί πανίσχυρες. Και ανάμεσά τους, με το στήθος γυμνό αλλά ζωσμένη με μια μαύρη φούστα και μποτάκια, αυτή που τα άρχισε όλα, η γυναίκα που λύει στρατούς και πολέμους. Η Λυσιστράτη. Δεν μιλά, ξαπλώνει πάνω στο βάθρο που πριν υπήρχε το άγαλμα ενός γυμνού άντρα (το άρπαξε και έφυγε τρέχοντας από τη σκηνή ο ηθοποιός Θέμης Πάνου δευτερόλεπτα πριν αρχίσει η παράσταση).
Καθώς κάθε φορά που η λέξη ψ…ή ακουγόταν (δέκα; δεκαπέντε;) θριαμβικά το κοινό ξεσπούσε σε γέλια, σε όλο και πιο δυνατά γέλια, καθώς η αναφορά στο γαμ…ι που πρέπει να κοπεί για να πειστούν οι άνδρες να σταματήσουν τον πόλεμο έκανε σώματα να τραντάζονται από γέλια, ένιωθα όλο και πιο αμήχανη. Όχι για το κείμενο. Όχι για την πρόθεση του σκηνοθέτη. Όχι για τις λέξεις. Αλλά για το ίδιο το κοινό, εμάς που σταθήκαμε επί δύο ώρες και δέκα λεπτά εκεί και δώσαμε φορτίο στις λέξεις. Πόσο αστεία είναι αλήθεια η λέξη ψ…ή; Πόσο, όταν το ακούς σε φράσεις όπως για παράδειγμα «δύσκολο μεν να πέφτουν για ύπνο οι γυναίκες δίχως ψ…ή, μόνες, έλα όμως που και για αυτό χρειαζόμαστε εξάπαντος ειρήνη».
Ας είναι. Οι περισσότεροι αν το άκουγαν σε παράσταση του Σεφερλή –αν διανοούνταν ποτέ να πάνε σε παράσταση του οι περισσότεροι εξ αυτών- σίγουρα θα δυσφορούσαν με την εκμαίευση του εύκολου γέλιου μέσω της αναφοράς στην ανατομία του ανδρός και στο γενετήσιο ένστικτο. Την ίδια στιγμή όμως, δίπλα σε αυτή την απελευθερωμένη διάθεση και το ξέσπασμα υπήρχαν και αυτοί που θύμωσαν, που δεν κατάλαβαν, που απόρησαν με την διάθεση του Μαρμαρινού να φέρει στην Επίδαυρο μια προσέγγιση χαλαρή από συμβάσεις και τυπολογίες που συνηθίζονται στο αργολικό θέατρο.
Εμβόλιμες αναφορές σε όσα συμβαίνουν σήμερα, ένα δυο τραγούδια λαϊκά που διαπέρασαν σαν πουλιά την παράσταση (αχ ναι, της γυναίκας η καρδιά είναι μια άβυσσος), απόλυτο σκοτάδι κάλυψε για κάποια λεπτά το θέατρο ενώ ακούγαμε τις γυναίκες (απαράδεκτο φώναξαν κάποιοι, αν και μετά το τέλος στη διαδρομή προς τα αυτοκίνητα κάποιοι έλεγαν πως έπρεπε η παράσταση συνολικά να έχει λιγότερο φως για να μη φαίνεται η γύμνια)… Ένα παιδάκι κάποια στιγμή αναφώνησε «μαμά τι είναι πέος;», αυθόρμητα γέλια και κάποιο άλλο αναρωτιόταν τι είναι αυτά τα δυο πράγματα πάνω στις πλατφόρμες. Ήταν ομοιώματα φαλλών, το ένα πάνω στην πλατφόρμα που έπρεπε να στέκονται οι Αθηναίοι, το άλλο στην πλατφόρμα των Σπαρτιατών».