Τη διακοπή του έκτακτου προγράμματος αγορών ομολόγων λόγω της πανδημίας (PEPP) τον Μάρτιο του 2022 ανακοίνωσε η ΕΚΤ, ενώ την ίδια ώρα διατηρεί σταθερά τα επιτόκια.
Πάντως, η κεντρική τράπεζα υπογραμμίζει ότι οι επανεπενδύσεις ομολόγων μέσω του PEPP θα συνεχιστούν έως και τα τέλη του 2024.
Ουσιαστικά, είχε προαναγγελθεί η σταδιακή απόσυρση των έκτακτων μέτρων που δρομολόγησε για να αντιμετωπίσει την κρίση της πανδημίας, καθώς η κεντρική τράπεζα αντιμετωπίζει πλέον ένα ράλι των τιμών του πληθωρισμού το οποίο αναμένεται να συνεχιστεί και το επόμενο έτος.
Η σημερινή απόφαση επιβεβαιώνει ότι ολοκληρώνεται το έκτακτο πρόγραμμα αγορών ομολόγων λόγω της πανδημίας (PEPP) τον Μάρτιο του 2022, όπως έχει προγραμματιστεί.
Σημειώνεται ότι η ΕΚΤ έχει ήδη ρίξει στο σύστημα ρευστότητα ύψους 2,2 τρισ. ευρώ μέσω της αγοράς κρατικών ομολόγων. Σήμερα η ΕΚΤ αγοράζει ελληνικά ομόλογα μέσω PEPP, παρά το γεγονός ότι αυτά δεν έχουν πιάσει την επενδυτική βαθμίδα
Επίσης, τα επιτόκια παραμένουν αμετάβλητα στο 0,00%, 0,25% και -0,50% αντίστοιχα.
Στήριξη ελληνικών ομολόγων
Την ίδια ώρα, η EKT θα συνεχίσει να αγοράζει ελληνικά ομόλογα κατ΄εξαίρεση μετά την ολοκληρώση του προγράμματος πανδημίας ΡΕΡΡ τον Μάρτιο του 2022 , όπως αποφάσισε σήμερα το διοικητικό συμβούλιο της τράπεζας.
Σύμφωνα με την ανακοίνωση της ΕΚΤ, η τράπεζα ολοκληρώνει το πρόγραμμα πανδημίας τον Μάρτιο. Στη συνέχεια θα συνεχίσει να επανεπενδύει με μεγάλη ευελιξία τα ομόλογα που λήγουν. Ειδικά για τα ελληνικά ομόλογα υπάρχει συγκεκριμένη αναφορά, στην απόφαση, η οποία προβλέπει ότι η ΕΚΤ θα μπορεί να αγοράζει περισσότερα ομόλογα από εκείνα που έχει στην κατοχή της και λήγουν. Με την απόφασή της αυτή η ΕΚΤ έχει ως στόχο να αποφευχθούν προβλήματα στη μετάδοση της νομισματικής πολιτικής τα οποία θα μπορούσαν να συμβούν μετά από μία απότομη παύση των αγορών, τη στιγμή μάλιστα που η ελληνική οικονομία ανακάμπτει από τις συνέπειες της πανδημίας.
Με την ίδια απόφαση της η ΕΚΤ προβλέπει ότι η περιόδος της επανεπένδυσης των ομολόγων επεκτείνεται έως το 2025, ενώ οι αγορές στο πλαίσιο του προγράμματος ΡΕPP θα επιβραδυνθούν το πρώτο τρίμηνο του 2023.
Τέλος η ΕΚΤ απεφάσισε ότι οι καθαρές αγορές στο πλαίσιο του PEPP θα μπορούσαν επίσης να επαναληφθούν, εάν είναι απαραίτητο, για την αντιμετώπιση αρνητικών σοκ που σχετίζονται με την πανδημία.
Διεύρυνση για το APP
Παράλληλα επιβεβαίωσε και τις εκτιμήσεις των αναλυτών, διευρύνοντας τον ρυθμό αγορών του κανονικού της προγράμματος αγορών ομολόγων (ΑΡΡ) ύψους 20 δισ. ευρώ μηνιαίως.
Aπό το β΄ τρίμηνο το ΑΡΡ θα αυξηθεί στα 40 δισ. ευρώ το μήνα, ωστόσο το 3o τρίμηνο θα μειωθεί στα 30 δισ. Ευρώ, ενώ από τον Οκτώβριο θα επανέλθει στα τωρινά επίπεδα των 20 δισ. ευρώ.
Κ. Λαγκάρντ: Αργά και σταθερά το tapering στην Ευρωζώνη – Τι είπε για την Ελλάδα
Ο πληθωρισμός θα παραμείνει μεσοπρόθεσμα υψηλότερα από τον επίσημο στόχο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας του 2%, είπε η Κ. Λαγκάρντ κατά τη διάρκεια της καθιερωμένης συνέντευξης τύπου μετά τη συνεδρίαση για τον καθορισμό της νομισματικής της πολιτικής.
Η ΕΚΤ αναθεώρησε τις εκτιμήσεις της για τις τιμές καταναλωτή, αναμένοντας πλέον ότι θα κλείσουν στο 2,6% το 2021, θα φθάσουν στο 3,2% το 2022, για να περιορισθούν στο 1,8% το 2023 και το 2024.
Αναφορικά με τις αγορές ομολόγων η κ. Λαγκάρντ τόνισε ότι η μειώση θα είναι σταδιακή. Αρχικά θα υπάρξει μια επιβράδυνση των αγορών ομολόγων υπό του προγράμματος έκτακτης ανάγκης για την πανδημία (ΡΕΡΡ) κατά το α΄ τρίμηνο του 2022, πριν έρθει το τέλος του στο τέλος Μάρτιου του 2022.
Η πρόεδρος της ΕΚΤ χαρακτήρισε σαφή και ηχηρή την αναφορά του ΔΣ για την πρόβλεψη ευελιξίας ανάλογα με τις εξελίξεις, υπονοώντας εμμέσως πλην σαφώς ότι η παράμετρος αυτή δεν έχει παρά να καθησυχάζει την αγορά.
Ερωτηθείσα, για το ενδεχόμενο τα κρατικά ελληνικά ομολογα να συμπεριληφθούν στο κανονικό πρόγραμμα (ΑΡΡ), η κ. Λαγκάρντ, ήταν ξεκάθαρη απαντώντας ότι οι κανόνες είναι σαφείς και η υπαγωγή στο QE απαιτεί επενδυτική βαθμίδα.
«Στον αντίποδα, η Ελλάδα έχει σημειώσει πολύ καλή πρόοδο στις μεταρρυθμίσεις, και έχει βελτιώσει τις αξιολογήσεις της, όμως δεν έχει ακόμη την επενδυτική διαβάθμιση. Γι’ αυτό και αποφασίσαμε αυτήν την ειδική αναφορά –στην ανακοίνωση που προηγήθηκε της συνέντευξης τύπου– στην Ελλάδα», απάντησε η κ. Λαγκάρντ.
Η κ. Λαγκάρντ σημείωσε επίσης, ότι με τα τωρινά δεδομένα οι προοπτικές της οικονομίας είναι δείχνουν μια ισχυρή ανάκαμψη.
Φυσικά παραμένουν οι προκλήσεις από τον επιταχυνόμενο πληθωρισμό και τα προβλήματα στις εφοδιαστικές αλυσίδες, ωστόσο αυτά τα φαινόμενα αναμένεται να εξασθενήσουν και ειδικότερα τα προβλήματα στην προσφορά θα αρχίσουν να υποχωρούν με το καινούργιο έτος.
Η κ. Λαγκάρντ τόνισε ότι η ζήτηση παραμένει ισχυρή σε σχέση με την προηγούμενη συνεδρίαση της ΕΚΤ, οι καταναλωτικές δαπάνες συνεχίζουν να δίνουν ώθηση στην ανάκαμψη, ενώ και οι καταθέσεις οι οποίες έφθασαν σε υψηλά επίπεδα κατά τη διάρκεια της πανδημίας προβλέπεται να βελτιώσουν ακόμη περισσότερο τις οικονομικές συνθήκες.
Αναφορικά με την ανάπτυξη της Ευρωζώνης, η ΕΚΤ παραμένει αισιόδοξη (παρά το γεγονός ότι κινείται με μέτριους ρυθμούς το δ΄ τρίμηνο του τρέχοντος έτους κάτι που αναμένεται να διατηρηθεί και στις αρχές του α΄ τριμήνου του 2022), καθώς σύμφωνα με τη Γαλλίδα οικονομολόγο αναμένει να καταγράψει ρυθμό 5,1% το 2021, 4,2% το 2022, για να επιβραδυνθεί στο 2,9% το 2023 και στο 1,6% το 2024.