«Άλλη μια Κυριακή, άλλη μία ψηφοφορία στην ελληνική Βουλή, άλλη μια τιμωρία για την Ελλάδα, που ψηφίζει νέα μέτρα λιτότητας.
Υψηλότερος ΦΠΑ και υψηλότερη φορολογία σε σχεδόν όλες τις χαρές της ζωής: καφές, ποτό, τζόγος, συνδρομητική τηλεόραση».
Έτσι ξεκινάει το άρθρο του Guardian για τη σημερινή ψηφοφορία στη Βουλή, με τίτλο «Αυτή τη φορά το ΔΝΤ φέρνει “δώρα” στην Ελλάδα», τονίζοντας ότι η διαφορά ανάμεσα σε αυτή την Κυριακή και τις άλλες παρόμοιες του παρελθόντος, είναι πως αυτή τη φορά η «μάχη» δεν είναι μεταξύ Ελλάδας και τρόικας, αλλά μεταξύ Ευρώπης και ΔΝΤ.
Οι Ευρωπαίοι θέλουν απεγνωσμένα τη συμμετοχή του Ταμείου στο πρόγραμμα, αλλά η Κριστίν Λαγκάρντ είναι διατεθειμένη να δώσει την στήριξή της υπό δύο προϋποθέσεις: ένα αξιόπιστο σχέδιο για τη μείωση του ελλείμματος και μια αξιοπρεπή ελάφρυνση του χρέους, όπως τονίζει ο Guardian.
«Ωστόσο, οι σκληροπυρηνικοί Ευρωπαίοι, με πρώτη τη Γερμανία, αντιδρούν σε αυτό, επειδή φοβούνται ότι οποιοδήποτε “κούρεμα” του χρέους θα φανεί ως σημάδι αδυναμίας, το οποίο η Αθήνα θα εκμεταλλευτεί για να αποφύγει να προχωρήσει στις δημοσιονομικές της δεσμεύσεις» εξηγεί η εφημερίδα.
Στο μεταξύ, το Eurogroup έχει προσπαθήσει να «γεφυρώσει» αυτό το χάσμα λέγοντας ότι η ελάφρυνση του χρέους θα δοθεί, εάν χρειαστεί, στο τέλος του προγράμματος, το 2018.
Αυτό έχει ένα πλεονέκτημα, κυρίως για το Βερολίνο, καθώς, μεταφέρει την απόφαση για μετά τις γερμανικές εκλογές το 2017. Ωστόσο το ΔΝΤ δεν είναι διατεθειμένο να συμφωνήσει σε κάτι τέτοιο, απειλώντας ότι θα αποχωρήσει από το πρόγραμμα.
«Είναι λοιπόν εμφανές ότι δεν υπάρχει περίπτωση οι Ευρωπαίοι να συμφωνήσουν σε απομείωση του ελληνικού χρέους, έτσι ως αντάλλαγμα, το Ταμείο προτείνει ιδιαίτερα χαλαρούς όρους: Καμία αποπληρωμή χρέους έως το 2040, μια περίοδο αποπληρωμής 40 ετών στη συνέχεια, ως το 2080, με επιτόκιο 1,5%. Σύμφωνα με το Ταμείο, οι όροι αυτοί είναι απαραίτητοι γιατί θεωρεί ότι η Ελλάδα καλείται να κάνει το ακατόρθωτο, δηλαδή να «τρέξει» την οικονομία της με ρυθμό 3,5% του ΑΕΠ» αναφέρει το δημοσίευμα.