«Οι τράπεζες οφείλουν να χρηματοδοτήσουν την πραγματική οικονομία, τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, κυρίως όμως οφείλουν να συγκρατήσουν ή και να χαμηλώσουν άμεσα τα επιτόκια χορηγήσεων στον βαθμό που κρατούν καθηλωμένα τα επιτόκια των καταθέσεων», υπογράμμισε ο Αλέξης Τσίπρας σε δηλώσεις του μετά την ολοκλήρωση της συνάντησης με τον διοικητή τής Τράπεζας της Ελλάδας, Γιάννη Στουρνάρα.
Ειδικότερα, ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ ανέφερε ότι «είχαμε την ευκαιρία σήμερα να ενημερωθούμε από τον διοικητή της ΤτΕ και τους συνεργάτες του για την πορεία της ελληνικής οικονομίας, τις δημοσιονομικές και μακροοικονομικές προβλέψεις καθώς και να ανταλλάξουμε σκέψεις για τις δυνατότητες αλλά και τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει η ελληνική οικονομία».
Ο κ. Τσίπρας είπε ότι εξέφρασε στον διοικητή της ΤτΕ «την ανησυχία μας για την μεγάλη αύξηση του ιδιωτικού χρέους τα τελευταία 3,5 χρόνια, αύξηση περίπου 40 δισ. ευρώ, καθώς και για την αύξηση των μη εξυπηρετούμενων δανείων που προσεγγίζουν πλέον τα 110 δισ. ευρώ». Σημείωσε ότι «αυτό σε συνδυασμό με την πληθωριστική κρίση αλλά και την αύξηση των επιτοκίων χορηγήσεων δημιουργεί μια νέα γενιά κόκκινων δανείων, καθώς χιλιάδες δανειολήπτες που εξυπηρετούσαν τα δάνεια τους πλέον αδυνατούν να τα εξυπηρετούν». «Άρα», προσέθεσε, «εκφράσαμε την ανησυχία μας ότι θα αυξηθεί ακόμα περισσότερο ο αριθμός των μη εξυπηρετούμενων δανείων». Τόνισε ότι «βεβαίως αυτό σε συνδυασμό με τον νέο πτωχευτικό νόμο που ψήφισε η κυβέρνηση της ΝΔ που αίρει την προστασία της α’ κατοικίας, δεν υποχρεώνει πλέον τους πιστωτές σε ρυθμίσεις με τους δανειολήπτες, δημιουργεί ένα τεράστιο κοινωνικό πρόβλημα». Προσέθεσε δε πως «όταν επίκειται ένα τσουνάμι πλειστηριασμών το επόμενο διάστημα η κοινωνική αστάθεια θα μεταφραστεί και σε οικονομική αστάθεια».
Επίσης, ο κ. Τσίπρας εξέφρασε την πεποίθηση ότι «σε αυτές τις συνθήκες η υπερβολική κερδοφορία που παρουσιάζουν οι τράπεζες, παρότι μπορεί να μην έχει μια σταθερή προοπτική αυτό το φαινόμενο, εντούτοις εφόσον την παρουσιάζουν σε συνδυασμό με το γεγονός ότι δεν επιτελούν τον ρόλο τους χρηματοδοτώντας την πραγματική οικονομία, δημιουργούν μια μη ανεκτή συνθήκη».
Στο ίδιο πλαίσιο είπε πως «όταν το ποσοστό κέρδους επί των ιδίων κεφαλαίων για τις ελληνικές τράπεζες είναι τριπλάσιο από το αντίστοιχο των γερμανικών τραπεζών και κυρίως όταν τα επιτόκια καταθέσεων παραμένουν καθηλωμένα -ενώ τα επιτόκια χορηγήσεων αυξάνονται με μια διαφορά που πλέον υπερβαίνει το 5% όταν ο ευρωπαϊκός μ.ο. είναι στο 2%-, βρισκόμαστε μπροστά σε μια συνθήκη που δεν μπορεί να γίνει ανεκτή».
Σημείωσε ότι «οι τράπεζες οφείλουν να χρηματοδοτήσουν την πραγματική οικονομία, τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, κυρίως όμως οφείλουν να συγκρατήσουν ή και να χαμηλώσουν άμεσα τα επιτόκια χορηγήσεων στον βαθμό που κρατούν καθηλωμένα τα επιτόκια των καταθέσεων».
«Βεβαίως», υπογράμμισε, «εξέφρασα την εκτίμηση ότι είναι πρόωρο να μιλάμε για μερίσματα κερδών στους μετόχους των τραπεζών όταν έχουμε περάσει από τόσες περιπέτειες κι όταν οι τράπεζες σήμερα βρίσκονται στη ζωή χάρη στον αναβαλλόμενο φόρο και τις διαρκείς ανακεφαλαιοποιήσεις από τα λεφτά των Ελλήνων φορολογουμένων».
Καταληκτικά ο κ. Τσίπρας υπογράμμισε ότι «μια προοδευτική κυβέρνηση, λοιπόν, έχει σχέδιο να προστατεύσει την κοινωνία, την πρώτη κατοικία, να δώσει μια προοπτική βιώσιμων ρυθμίσεων που θα δώσει και προστασία στην κοινωνία αλλά και μια βιώσιμη αναπτυξιακή προοπτική και για το τραπεζικό σύστημα και για την ίδια την οικονομία». Και ταυτόχρονα, συνέχισε, «ένα σχέδιο εξυγίανσης, συνέχειας της προσπάθειας εξυγίανσης των τραπεζών με βιώσιμο τρόπο, χωρίς αυτή την προκλητική για την ελληνική κοινωνία κερδοφορία που δεν μπορεί να στηριχθεί σε καμία πραγματική πρόβλεψη».
Ερωτηθείς αν υπήρξε σύμπτωση απόψεων με τον κ. Στουρνάρα, ο κ. Τσίπρας απάντησε ότι «υπάρχει ανταλλαγή απόψεων, γόνιμη ανταλλαγή απόψεων και αυτό είναι το πρώτο σημαντικό βήμα».