Τσίπρας: Τη χρησιμοποίηση ακόμα και του όπλου του Βέτο στο Συμβούλιο Κορυφής της ΕΕ σε περίπτωση που οι Βρυξέλλες δεν επεκτείνουν τις κυρώσεις σε βάρος εταιρειών και προσώπων που θα δράσουν στην περιοχή της παράνομης Συμφωνίας Τουρκίας-Λιβύης, ζητάει ο Αλέξης Τσίπρας, όπως φάνηκε και από την ομιλία του στη Βουλή για τον προϋπολογισμό.
Παράλληλα, ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης διαμηνύει πως αντίστοιχη συμπεριφορά πρέπει να υπάρξει και με τις Ηνωμένες Πολιτείες, σε περίπτωση που δεν προχωρήσει ο EastMed όπως έχει σχεδιαστεί, με την “επανασύγκληση” του σχήματος “3+1” (Ελλάδα, Ισραήλ, Κύπρος + Ηνωμένες Πολιτείες). “Δεδομένους δεν πρέπει να μας θεωρεί κανείς” είπε χαρακτηριστικά ο Πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, προειδοποιώντας ουσιαστικά ότι η χώρα διαθέτει με όπλο της υπογραφής της Συμφωνίας για τις Βάσεις.
Ο Αλέξης Τσίπρας φέρεται να πιστεύει, όπως έγραφαν χαρακτηριστικά τα “Παιχνίδια Εξουσίας” προ ημερών, ότι εάν δεν υπάρξει επέκταση των κυρώσεων κατά της Τουρκίας από την Ευρωπαϊκή Ένωση, το επόμενο βήμα θα είναι η αποστολή φρεγάτας νοτίως της Κρήτης, με πιθανή ακόμα και τη στρατιωτική εμπλοκή. Εκτιμά, επίσης, πως με την επανασύγκληση του σχήματος “3+1” και την ολοκλήρωση του EastMed όπως είχε σχεδιαστεί, με τη συμμετοχή και τη στήριξη της Ουάσιγκτον, θα πέσουν στο κενό οι τουρκικές απειλές. «Ως Κυβέρνηση παλέψαμε και εξασφαλίσαμε τον στρατηγικό διάλογο με τις ΗΠΑ και προετοιμάσαμε την αναθεώρηση της αμυντικής μας συμφωνίας που συζητάμε σήμερα και αφορά τέσσερις στρατιωτικές εγκαταστάσεις στη χώρα μας. Το κάναμε προφανώς όχι από ιδεολογική προσέγγιση αλλά από εθνική ευθύνη. Αναγνωρίζοντας ότι τα συμφέροντά μας με τις ΗΠΑ συνέκλιναν στην ανάγκη να καταστεί η Ελλάδα ένας ισχυρός πυλώνας ειρήνης και σταθερότητας στην περιοχή. Αν αυτό όμως οι ΗΠΑ θεωρούν ότι μπορούμε να παίξουμε τον ρόλο αυτό ενώ την ίδια στιγμή τα κυριαρχικά μας δικαιώματα απειλούνται με τόσο ξεκάθαρο τρόπο, τότε η Ελλάδα δε πρέπει να είναι δεδομένη.
Δεδομένους δε πρέπει να μας θεωρεί κανείς. Η συμφωνία αυτή δεν μπορεί να προχωρήσει αν πρωτίστως δεν προχωρήσουν οι δύο παραπάνω προϋποθέσεις», είπε χαρακτηριστικά στην ομιλία του στη Βουλή.
Ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, επίσης, χαρακτηρίζει σωστή την πολιτική του Ελσίνκι, εμφανίζοντας τον ΣΥΡΙΖΑ ως τον συνεχιστή των βασικών αρχών της. “Σε αυτό το πνεύμα πρωτοστατήσαμε το 2015-2016 στην οικοδόμηση ευρωτουρκικής σχέσης με σκοπό τη διαχείριση του προσφυγικού, την επίλυση του Κυπριακού, την προώθηση των διερευνητικών επαφών και του διαλόγου για τα Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης” συνηθίζει να επισημαίνει.
Ο Αλέξης Τσίπρας, επίσης, επιμένει ότι απαιτείται να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις ώστε να ξαναρχίσουν οι διερευνητικές επαφές τις οποίες απέρριψε ο Ταγίπ Ερντογάν από το 2016. Και εφόσον αποτύχουν οι διερευνητικές, να υπάρξει προσφυγή στη Χάγη.
Ιδιαίτερο δε ενδιαφέρον εμφανίζει και η τοποθέτησή του για την αποτρεπτική δύναμη της χώρας και την φιλειρηνική πολιτική που πρέπει να ακολουθείται: «φιλειρηνική δε σημαίνει ότι δε φροντίζουμε για την υπεράσπιση των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων. Θα είμαστε απέναντι στις φιλοπόλεμες κραυγές του εθνικιστικού τύπου, που ενισχύονται από ανεύθυνες κυβερνητικές διαρροές και εκθέτουν τη χώρα μας. Αλλά στηρίζουμε απόλυτα την αναβάθμιση της αποτρεπτικής δύναμης των ενόπλων δυνάμεων για να προστατέψουμε τα κυριαρχικά μας δικαιώματα απέναντι σε κάθε απειλή. Μέσα στα χειρότερα χρόνια της κρίσης, εξασφαλίσαμε την αναβάθμιση των F-16 και πριν λίγες μέρες υπεψηφίσαμε το σχετικό νομοσχέδιο ακριβώς διότι ξέρουμε τη σημασία του αυτήν τη στιγμή. Και θα στηρίξουμε οποιαδήποτε στοχευμένη και καθαρή προσπάθεια ενίσχυσης των ενόπλων δυνάμεών μας, γνωρίζοντας πόσο σημαντική είναι μετά από 10 χρόνια κρίσης. Το μήνυμα που πρέπει να εκπέμπει η χώρα αυτές τις ώρες από την ηγεσία της, δεν μπορεί να είναι «να επιδειχθεί καλή διάθεση και από τις δύο πλευρές». Ούτε ότι «δεν φοβόμαστε θερμό επεισόδιο». Αυτές είναι τουλάχιστον ατυχείς, για να είμαι επιεικής, δηλώσεις.Το μήνυμα πρέπει να είναι ότι οι ένοπλες δυνάμεις μας είναι ικανές να εγγυηθούν και σε κάθε περίπτωση δε θα επιτρέψουν την παραμικρή αμφισβήτηση των ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων».